헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑπακοή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑπακοή

형태분석: ὑπακο (어간) + η (어미)

어원: u(pakou/w

  1. 복종, 순종
  1. obedience

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ὑπακοή

복종이

ὑπακοᾱ́

복종들이

ὑπακοαί

복종들이

속격 ὑπακοῆς

복종의

ὑπακοαῖν

복종들의

ὑπακοῶν

복종들의

여격 ὑπακοῇ

복종에게

ὑπακοαῖν

복종들에게

ὑπακοαῖς

복종들에게

대격 ὑπακοήν

복종을

ὑπακοᾱ́

복종들을

ὑπακοᾱ́ς

복종들을

호격 ὑπακοή

복종아

ὑπακοᾱ́

복종들아

ὑπακοαί

복종들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ΠΕΤΡΟΣ ἀπόστολοσ Ιἠσοῦ Χριστοῦ ἐκλεκτοῖσ παρεπιδήμοισ διασπορᾶσ Πόντου, Γαλατίασ, Καππαδοκίασ, Ἀσίασ, καὶ Βιθυνίασ, κατὰ πρόγνωσιν θεοῦ πατρόσ, ἐν ἁγιασμῷ πνεύματοσ, εἰσ ὑπακοὴν καὶ ῥαντισμὸν αἵματοσ Ιἠσοῦ Χριστοῦ· (PETROU A, chapter 1 2:1)

    (PETROU A, chapter 1 2:1)

  • οὐκ οἴδατε ὅτι ᾧ παριστάνετε ἑαυτοὺσ δούλουσ εἰσ ὑπακοήν, δοῦλοί ἐστε ᾧ ὑπακούετε, ἤτοι ἁμαρτίασ εἰσ θάνατον ἢ ὑπακοῆσ εἰσ δικαιοσύνην; (PROS RWMAIOUS, chapter 1 172:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 1 172:1)

  • οὐ γὰρ τολμήσω τι λαλεῖν ὧν οὐ κατειργάσατο Χριστὸσ δι’ ἐμοῦ εἰσ ὑπακοὴν ἐθνῶν, λόγῳ καὶ ἔργῳ, ἐν δυνάμει σημείων καὶ τεράτων, ἐν δυνάμει πνεύματοσ [ἁγίου]· (PROS RWMAIOUS, chapter 11 128:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 11 128:1)

  • φανερωθέντοσ δὲ νῦν διά τε γραφῶν προφητικῶν κατ’ ἐπιταγὴν τοῦ αἰωνίου θεοῦ εἰσ ὑπακοὴν πίστεωσ εἰσ πάντα τὰ ἔθνη γνωρισθέντοσ, μόνῳ σοφῷ θεῷ διὰ Ιἠσοῦ Χριστοῦ [ᾧ] ἡ δόξα εἰσ τοὺσ αἰῶνασ· (PROS RWMAIOUS, chapter 11 176:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 11 176:1)

  • καὶ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ περισσοτέρωσ εἰσ ὑμᾶσ ἐστὶν ἀναμιμνησκομένου τὴν πάντων ὑμῶν ὑπακοήν, ὡσ μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἐδέξασθε αὐτόν. (PROS KORINQIOUS B, chapter 7 16:1)

    (PROS KORINQIOUS B, chapter 7 16:1)

유의어

  1. 복종

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION