헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὑμενόπτερος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὑμενόπτερος ὑμενόπτερον

형태분석: ὑμενοπτερ (어간) + ος (어미)

어원: ptero/n

  1. membrane-winged

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ὑμενόπτερος

(이)가

ὑμενόπτερον

(것)가

속격 ὑμενοπτέρου

(이)의

ὑμενοπτέρου

(것)의

여격 ὑμενοπτέρῳ

(이)에게

ὑμενοπτέρῳ

(것)에게

대격 ὑμενόπτερον

(이)를

ὑμενόπτερον

(것)를

호격 ὑμενόπτερε

(이)야

ὑμενόπτερον

(것)야

쌍수주/대/호 ὑμενοπτέρω

(이)들이

ὑμενοπτέρω

(것)들이

속/여 ὑμενοπτέροιν

(이)들의

ὑμενοπτέροιν

(것)들의

복수주격 ὑμενόπτεροι

(이)들이

ὑμενόπτερα

(것)들이

속격 ὑμενοπτέρων

(이)들의

ὑμενοπτέρων

(것)들의

여격 ὑμενοπτέροις

(이)들에게

ὑμενοπτέροις

(것)들에게

대격 ὑμενοπτέρους

(이)들을

ὑμενόπτερα

(것)들을

호격 ὑμενόπτεροι

(이)들아

ὑμενόπτερα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν γῆν, τὰ μὲν ὑποβρύχια, φωλεύοντα ἐν μυχῷ τῆσ ψάμμου, τὰ δὲ ἄνω ἐπιπολάζοντα, φύσαλοι καὶ ἀσπίδεσ καὶ ἔχιδναι καὶ κεράσται καὶ βουπρήστεισ καὶ ἀκοντίαι καὶ ἀμφίσβαιναι καὶ δράκοντεσ καὶ σκορπίων γένοσ διττόν, τὸ μὲν ἕτερον ἐπίγειόν τε καὶ πεζόν, ὑπέρμεγα καὶ πολυσφόνδυλον, θάτερον δὲ ἐναέριον καὶ πτηνόν, ὑμενόπτερον δὲ οἱᾶ ταῖσ ἀκρίσι καὶ τέττιξι καὶ νυκτερίσι τὰ πτερά. (Lucian, Dipsades 5:1)

    (루키아노스, Dipsades 5:1)

  • ἐπτέρωται δὲ οὐ κατὰ τὰ αὐτὰ τοῖσ ἄλλοισ, ὡσ τοῖσ μὲν ἁπανταχόθεν κομᾶν τοῦ σώματοσ, τοῖσ δὲ ὠκυπτέροισ χρῆσθαι, ἀλλὰ κατὰ τὰσ ἀκρίδασ καὶ τέττιγασ καὶ μελίττασ ἐστὶν ὑμενόπτεροσ, τοσοῦτον ἁπαλώτερα ἔχουσα τὰ πτερὰ ὅσον τῆσ Ἑλληνικῆσ ἐσθῆτοσ ἡ Ἰνδικὴ λεπτοτέρα καὶ μαλακωτέρα· (Lucian, Muscae Encomium, (no name) 1:2)

    (루키아노스, Muscae Encomium, (no name) 1:2)

  • ἀλλαχοῦ δὲ διπήχεισ ὄφεισ ὑμενοπτέρουσ ὥσπερ αἱ νυκτερίδεσ· (Strabo, Geography, book 15, chapter 1 74:10)

    (스트라본, 지리학, book 15, chapter 1 74:10)

유의어

  1. membrane-winged

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION