- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τύφλωσις?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: typhlōsis 고전 발음: [로:시] 신약 발음: [로시]

기본형: τύφλωσις τύφλωσεως

형태분석: τυφλωσι (어간) + ς (어미)

어원: from τυφλόω

  1. a making blind, blinding

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶτ ἐκλιπόντος εὐθύς, ὁ Λεωσθένης ἔλεγε τὴν δύναμιν ἐμπλανωμένην ἑαυτῇ καὶ περιπίπτουσαν ἐοικέναι τῷ Κύκλωπι, μετὰ τὴν τύφλωσιν ἐκτείνοντι πανταχοῖ τὰς χεῖρας ἐπ οὐδένα σκοπὸν φερομένας: (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 4 2:2)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 4 2:2)

  • καὶ γὰρ ἔνδοξος ἐν ἐκείνῳ καὶ ἀήττητος καὶ μεγαλόφρων καὶ ἀνύβριστος καὶ φιλάνθρωπος εἶτ ἐκλιπόντος εὐθὺς ὁ Λεωσθένης ἔλεγε τὴν δύναμιν ἐμπλανωμένην ἑαυτῇ καὶ περιπίπτουσαν ἐοικέναι τῷ Κύκλωπι μετὰ τὴν τύφλωσιν ἐκτείνοντι πανταχοῖ τὰς χεῖρας ἐπ οὐδένα σκοπὸν φερομένας: (Plutarch, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 44)

    (플루타르코스, De Alexandri magni fortuna aut virtute, chapter 2, section 44)

  • ὁ δὲ τοῦ Κυθηρίου Φιλοξένου Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλατείας καὶ ἐπαινῶν αὐτῆς τὸ κάλλος, προμαντευόμενος τὴν τύφλωσιν πάντα μᾶλλον αὐτῆς ἐπαινεῖ ἢ τῶν ὀφθαλμῶν μνημονεύει, λέγων ὧδε: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 17 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 17 3:2)

  • Τοῖσι μελαγχολικοῖσι νουσήμασιν ἐς τάδε ἐπικίνδυνοι αἱ ἀποσκήψιες‧ ἢ ἀπόπληξιν τοῦ σώματος, ἢ σπασμὸν, ἢ μανίην, ἢ τύφλωσιν σημαίνουσιν. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 60.56)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 60.56)

유의어

  1. a making blind

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION