- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τροχήλατος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: trochēlatos 고전 발음: [로켈:라또] 신약 발음: [로켈라또]

기본형: τροχήλατος τροχήλατον

형태분석: τροχηλατ (어간) + ος (어미)

어원: ἐλαύνω

  1. driven on wheels, wheel-drawn
  2. dragged by or at the wheels
  3. hurried along like a wheel or chariot, whirling

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 τροχήλατος

(이)가

τροχήλατον

(것)가

속격 τροχηλάτου

(이)의

τροχηλάτου

(것)의

여격 τροχηλάτῳ

(이)에게

τροχηλάτῳ

(것)에게

대격 τροχήλατον

(이)를

τροχήλατον

(것)를

호격 τροχήλατε

(이)야

τροχήλατον

(것)야

쌍수주/대/호 τροχηλάτω

(이)들이

τροχηλάτω

(것)들이

속/여 τροχηλάτοιν

(이)들의

τροχηλάτοιν

(것)들의

복수주격 τροχήλατοι

(이)들이

τροχήλατα

(것)들이

속격 τροχηλάτων

(이)들의

τροχηλάτων

(것)들의

여격 τροχηλάτοις

(이)들에게

τροχηλάτοις

(것)들에게

대격 τροχηλάτους

(이)들을

τροχήλατα

(것)들을

호격 τροχήλατοι

(이)들아

τροχήλατα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ὦ λαμπρὸν ὄμμα τοῦ τροχηλάτου λύχνου κάλλιστ ἐν εὐστόχοισιν ἐζητημένον: (Aristophanes, Ecclesiazusae, Prologue 1:1)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Prologue 1:1)

  • ὦ Φοῖβε, ποῖ μ αὖ τήνδ ἐς ἄρκυν ἤγαγες χρήσας, ἐπειδὴ πατρὸς αἷμ ἐτεισάμην, μητέρα κατακτάς, διαδοχαῖς δ Ἐρινύων ἠλαυνόμεσθα φυγάδες ἔξεδροι χθονὸς δρόμους τε πολλοὺς ἐξέπλησα καμπίμους, ἐλθὼν δέ ς ἠρώτησα πῶς τροχηλάτου μανίας ἂν ἔλθοιμ ἐς τέλος πόνων τ ἐμῶν, οὓς ἐξεμόχθουν περιπολῶν καθ Ἑλλάδα - σὺ δ εἶπας ἐλθεῖν Ταυρικῆς μ ὁρ´ους χθονός, ἔνθ Ἄρτεμίς σοι σύγγονος βωμοὺς ἔχοι, λαβεῖν τ ἄγαλμα θεᾶς, ὅ φασιν ἐνθάδε ἐς τούσδε ναοὺς οὐρανοῦ πεσεῖν ἄπο: (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode 4:11)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode 4:11)

  • "μάτην δὲ πόντου κυανέαις δίναις τραφεὶς φλεβὸς τροπωτὴρ πουλύπους, ἁλοὺς βρόχων πλεκταῖς ἀνάγκαις, τῆς τροχηλάτου κόρης πίμπλησι λοπάδος στερροσώματον κύτος. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 52176)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 52176)

  • ἄγγελλε δ ὁρ´κον προστιθεὶς ὁθούνεκα τέθνηκ Ὀρέστης ἐξ ἀναγκαίας τύχης, ἄθλοισι Πυθικοῖσιν ἐκ τροχηλάτων δίφρων κυλισθείς: (Sophocles, episode 2:10)

    (소포클레스, episode 2:10)

유의어

  1. driven on wheels

  2. dragged by or at the wheels

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION