- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τρικέφαλος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: trikephalos 고전 발음: [리께팔로] 신약 발음: [리깨팔로]

기본형: τρικέφαλος τρικέφαλον

형태분석: τρικεφαλ (어간) + ος (어미)

어원: κεφαλή

  1. three-headed

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 τρικέφαλος

(이)가

τρικέφαλον

(것)가

속격 τρικεφάλου

(이)의

τρικεφάλου

(것)의

여격 τρικεφάλῳ

(이)에게

τρικεφάλῳ

(것)에게

대격 τρικέφαλον

(이)를

τρικέφαλον

(것)를

호격 τρικέφαλε

(이)야

τρικέφαλον

(것)야

쌍수주/대/호 τρικεφάλω

(이)들이

τρικεφάλω

(것)들이

속/여 τρικεφάλοιν

(이)들의

τρικεφάλοιν

(것)들의

복수주격 τρικέφαλοι

(이)들이

τρικέφαλα

(것)들이

속격 τρικεφάλων

(이)들의

τρικεφάλων

(것)들의

여격 τρικεφάλοις

(이)들에게

τρικεφάλοις

(것)들에게

대격 τρικεφάλους

(이)들을

τρικέφαλα

(것)들을

호격 τρικέφαλοι

(이)들아

τρικέφαλα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πρὸς δὲ αὐτῇ τῇ καθόδῳ καὶ πύλῃ οὔσῃ ἀδαμαντίνῃ ἀδελφιδοῦς τοῦ βασιλέως Αἰακὸς ἕστηκε τὴν φρουρὰν ἐπιτετραμμένος καὶ παρ αὐτῷ κύων τρικέφαλος μάλα κάρχαρος, τοὺς μὲν ἀφικνουμένους φίλιόν τι καὶ εἰρηνικὸν προσβλέπων, τοὺς δὲ πειρῶντας ἀποδιδράσκειν ὑλακτῶν καὶ τῷ χάσματι δεδιττόμενος. (Lucian, (no name) 4:1)

    (루키아노스, (no name) 4:1)

  • Χρυσάωρ δ ἔτεκεν τρικέφαλον Γηρυονῆα μιχθεὶς Καλλιρόῃ κούρῃ κλυτοῦ Ὠκεανοῖο. (Hesiod, Theogony, Book Th. 29:8)

    (헤시오도스, 신들의 계보, Book Th. 29:8)

  • τοιοῦτόν τι γάρ ἐστι συνελθόντες δύο ἢ τρεῖς φίλοι, ὁποῖον τὸν Γηρυόνην οἱ γραφεῖς ἐνδείκνυνται, ἄνθρωπον ἑξάχειρα καὶ τρικέφαλον ἐμοὶ γὰρ δοκεῖν,^ τρεῖς ἐκεῖνοι ἦσαν ἅμα πράττοντες πάντα, ὥσπερ ἐστὶ δίκαιον φίλους γε ὄντας. (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 61:9)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 61:9)

  • λέγοντος γάρ τινος τῶν μεγαλοτόλμων τούτων ποιητῶν, ὡς γένοιτό ποτε τρικέφαλος καὶ ἑξάχειρ ἄνθρωπος, ἂν τὸ πρῶτον ταῦτα ἀπραγμόνως ἀποδέξῃ μὴ ἐξετάσας εἰ δυνατόν, ἀλλὰ πιστεύσας, εὐθὺς ἀκολούθως ἂν ἐπάγοι καὶ τὰ λοιπά, ὡς καὶ ὀφθαλμοὺς ὁ αὐτὸς εἶχεν ἓξ καὶ ὦτα ἓξ καὶ φωνὰς τρεῖς ἅμα ἠφίει καὶ ἤσθιε διὰ τριῶν στομάτων καὶ δακτύλους τριάκοντα εἶχεν, οὐχ ὥσπερ ἕκαστος ἡμῶν δέκα ἐν ἀμφοτέραις ἑκάστη πέλτην ἢ γέρρον ἢ ἀσπίδα εἶχον, αἱ τρεῖς δὲ ἡ μὲν πέλεκυν κατέφερεν, ἡ δὲ λόγχην ἠφίει, ἡ δὲ τῷ ξίφει ἐχρῆτο. (Lucian, 152:1)

    (루키아노스, 152:1)

  • μεγάλοι γὰρ οἱ γῦπες καὶ ὡς ἐπίπαν τρικέφαλοι. (Lucian, Verae Historiae, book 1 11:3)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 11:3)

  • τρικέφαλος: (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , section13)

    (작자 미상, 비가, , section13)

유의어

  1. three-headed

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION