Ancient Greek-English Dictionary Language

τριηρικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: τριηρικός τριηρική τριηρικόν

Structure: τριηρικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from trih/rhs

Sense

  1. of or for a trireme

Examples

  • ψηφισμάτων δὲ ὑμετέρων δήμου καὶ βουλῆσ καὶ νόμου ἐπιτάξαντοσ, εἰσέπραξα τοῦτον ὀφείλοντα τῇ πόλει σκεύη τριηρικά. (Demosthenes, Speeches 41-50, 25:2)
  • μὴ γὰρ οὕτω γένοιτο κακῶσ τῇ πόλει ὥστ’ Ἀφοβήτου καὶ Αἰσχίνου σωφρονιστῶν δεηθῆναι τοὺσ νεωτέρουσ, ἀλλ’ ὅτι βουλεύων ἔγραψεν, ἄν τισ ὡσ Φίλιππον ὅπλ’ ἄγων ἁλῷ ἢ σκεύη τριηρικά, θάνατον εἶναι τὴν ζημίαν· (Demosthenes, Speeches 11-20, 370:5)

Synonyms

  1. of or for a trireme

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION