- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τομή?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: tomē 고전 발음: [또메:] 신약 발음: [또메]

기본형: τομή

형태분석: τομ (어간) + η (어미)

어원: τέμνω

  1. 교차로
  1. intersection

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 τομή

교차로가

τομά

교차로들이

τομαί

교차로들이

속격 τομῆς

교차로의

τομαῖν

교차로들의

τομῶν

교차로들의

여격 τομῇ

교차로에게

τομαῖν

교차로들에게

τομαῖς

교차로들에게

대격 τομήν

교차로를

τομά

교차로들을

τομάς

교차로들을

호격 τομή

교차로야

τομά

교차로들아

τομαί

교차로들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διὸ καὶ βάσκανος ἔδοξεν εἶναι, προσλαμβάνων τοῖς ἀναγκαίοις τινὰ ὀνειδισμοῖς κατὰ τῶν ἐνδόξων προσώπων οὐκ ἀναγκαῖα πράγματα, ὅμοιόν τι ποιῶν τοῖς ἰατροῖς, οἳ τέμνουσι καὶ καίουσι τὰ διεφθαρμένα τοῦ σώματος ἑώς βάθους τὰ καυτήρια καὶ τὰς τομὰς φέροντες, οὐδὲν τῶν ὑγιαινόντων καὶ κατὰ φύσιν ἐχόντων στοχαζόμενοι. (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 8:2)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 8:2)

  • ἰώ μοι, <ἰώ> μοι πικρᾶς μὲν πελέκεως τομᾶς σᾶς, πάτερ, πικρᾶς δ ἐκ Τροΐας ὁδίου βουλᾶς: (Euripides, choral, antistrophe 22)

    (에우리피데스, choral, antistrophe 22)

  • πιθοῦ νυν, ἄμμεινόν τε φασγάνου τομάς. (Euripides, episode, anapests 3:26)

    (에우리피데스, episode, anapests 3:26)

  • ἐφ ᾧ θαυμάζειν ἄξιον, πῶς αὐτὸν ἔλαθεν, ὅτι πολλῶν ἅμα πραγμάτων κατὰ πολλοὺς τόπους γινομένων εἰς μικρὰς κατακερματιζομένη τομὰς ἡ διήγησις οὐκ ἀπολήψεται τὸ τηλαυγὲς φῶς ἐκεῖνο καὶ καθαρόν, ὡς ἐξ αὐτῶν γίνεται τῶν πραγμάτων φανερόν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 9 3:2)

    (디오니시오스, , chapter 9 3:2)

  • οἳ δὲ καὶ τὰ ἐπιρρήματα διελόντες ἀπὸ τῶν ῥημάτων καὶ τὰς προθέσεις ἀπὸ τῶν συνδέσμων καὶ τὰς μετοχὰς ἀπὸ τῶν προσηγορικῶν, οἳ δὲ καὶ ἄλλας τινὰς προσαγαγόντες τομὰς πολλὰ τὰ πρῶτα μόρια τῆς λέξεως ἐποίησαν: (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 26)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 26)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION