Ancient Greek-English Dictionary Language

τηλαυγής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: τηλαυγής τηλαυγές

Structure: τηλαυγη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: th=le, au)gh/

Sense

  1. far-shining, far-beaming
  2. far-seen, conspicuous
  3. clearly, distinctly

Examples

  • τοὺσ ἀριστεύων Φερένικοσ ἕλ’ ἐν Κίρρᾳ ποτέ, ἀστέροσ οὐρανίου φαμὶ τηλαυγέστερον κείνῳ φάοσ ἐξικόμαν κε βαθὺν πόντον περάσαισ. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 3 23:1)
  • οἱ δὲ Θηβαῖοί φασιν ἑαυτοὺσ ἀρχαιοτάτουσ εἶναι πάντων ἀνθρώπων καὶ παρ’ ἑαυτοῖσ πρώτοισ φιλοσοφίαν τε εὑρῆσθαι καὶ τὴν ἐπ’ ἀκριβὲσ ἀστρολογίαν, ἅμα καὶ τῆσ χώρασ αὐτοῖσ συνεργούσησ πρὸσ τὸ τηλαυγέστερον ὁρᾶν τὰσ ἐπιτολάσ τε καὶ δύσεισ τῶν ἄστρων. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 50 1:2)
  • ἀλλ’ ἐν τοῖσ μεγάλοισ ἐστὶ τηλαυγέστερον, ὅσῳπερ καὶ τὰ ἆθλα μείζω τὰ τῆσ ἐμπειρίασ καὶ τὰ σφάλματα τὰ ἐκ τῆσ ἀπειρίασ. (Strabo, Geography, book 1, chapter 1 34:3)

Synonyms

  1. far-shining

  2. far-seen

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION