헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συστρατεύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συστρατεύω συστρατεύσομαι

형태분석: συ (접두사) + στρατεύ (어간) + ω (인칭어미)

  1. ~와 비교하다, 관계되어 있다, ~에 속하다, 눕다
  1. to make a campaign or serve together, to join or share in an expedition, with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συστρατεύω

(나는) ~와 비교한다

συστρατεύεις

(너는) ~와 비교한다

συστρατεύει

(그는) ~와 비교한다

쌍수 συστρατεύετον

(너희 둘은) ~와 비교한다

συστρατεύετον

(그 둘은) ~와 비교한다

복수 συστρατεύομεν

(우리는) ~와 비교한다

συστρατεύετε

(너희는) ~와 비교한다

συστρατεύουσιν*

(그들은) ~와 비교한다

접속법단수 συστρατεύω

(나는) ~와 비교하자

συστρατεύῃς

(너는) ~와 비교하자

συστρατεύῃ

(그는) ~와 비교하자

쌍수 συστρατεύητον

(너희 둘은) ~와 비교하자

συστρατεύητον

(그 둘은) ~와 비교하자

복수 συστρατεύωμεν

(우리는) ~와 비교하자

συστρατεύητε

(너희는) ~와 비교하자

συστρατεύωσιν*

(그들은) ~와 비교하자

기원법단수 συστρατεύοιμι

(나는) ~와 비교하기를 (바라다)

συστρατεύοις

(너는) ~와 비교하기를 (바라다)

συστρατεύοι

(그는) ~와 비교하기를 (바라다)

쌍수 συστρατεύοιτον

(너희 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

συστρατευοίτην

(그 둘은) ~와 비교하기를 (바라다)

복수 συστρατεύοιμεν

(우리는) ~와 비교하기를 (바라다)

συστρατεύοιτε

(너희는) ~와 비교하기를 (바라다)

συστρατεύοιεν

(그들은) ~와 비교하기를 (바라다)

명령법단수 συστράτευε

(너는) ~와 비교해라

συστρατευέτω

(그는) ~와 비교해라

쌍수 συστρατεύετον

(너희 둘은) ~와 비교해라

συστρατευέτων

(그 둘은) ~와 비교해라

복수 συστρατεύετε

(너희는) ~와 비교해라

συστρατευόντων, συστρατευέτωσαν

(그들은) ~와 비교해라

부정사 συστρατεύειν

~와 비교하는 것

분사 남성여성중성
συστρατευων

συστρατευοντος

συστρατευουσα

συστρατευουσης

συστρατευον

συστρατευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συστρατεύομαι

(나는) ~와 비교된다

συστρατεύει, συστρατεύῃ

(너는) ~와 비교된다

συστρατεύεται

(그는) ~와 비교된다

쌍수 συστρατεύεσθον

(너희 둘은) ~와 비교된다

συστρατεύεσθον

(그 둘은) ~와 비교된다

복수 συστρατευόμεθα

(우리는) ~와 비교된다

συστρατεύεσθε

(너희는) ~와 비교된다

συστρατεύονται

(그들은) ~와 비교된다

접속법단수 συστρατεύωμαι

(나는) ~와 비교되자

συστρατεύῃ

(너는) ~와 비교되자

συστρατεύηται

(그는) ~와 비교되자

쌍수 συστρατεύησθον

(너희 둘은) ~와 비교되자

συστρατεύησθον

(그 둘은) ~와 비교되자

복수 συστρατευώμεθα

(우리는) ~와 비교되자

συστρατεύησθε

(너희는) ~와 비교되자

συστρατεύωνται

(그들은) ~와 비교되자

기원법단수 συστρατευοίμην

(나는) ~와 비교되기를 (바라다)

συστρατεύοιο

(너는) ~와 비교되기를 (바라다)

συστρατεύοιτο

(그는) ~와 비교되기를 (바라다)

쌍수 συστρατεύοισθον

(너희 둘은) ~와 비교되기를 (바라다)

συστρατευοίσθην

(그 둘은) ~와 비교되기를 (바라다)

복수 συστρατευοίμεθα

(우리는) ~와 비교되기를 (바라다)

συστρατεύοισθε

(너희는) ~와 비교되기를 (바라다)

συστρατεύοιντο

(그들은) ~와 비교되기를 (바라다)

명령법단수 συστρατεύου

(너는) ~와 비교되어라

συστρατευέσθω

(그는) ~와 비교되어라

쌍수 συστρατεύεσθον

(너희 둘은) ~와 비교되어라

συστρατευέσθων

(그 둘은) ~와 비교되어라

복수 συστρατεύεσθε

(너희는) ~와 비교되어라

συστρατευέσθων, συστρατευέσθωσαν

(그들은) ~와 비교되어라

부정사 συστρατεύεσθαι

~와 비교되는 것

분사 남성여성중성
συστρατευομενος

συστρατευομενου

συστρατευομενη

συστρατευομενης

συστρατευομενον

συστρατευομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συστρατεύσομαι

(나는) ~와 비교하겠다

συστρατεύσει, συστρατεύσῃ

(너는) ~와 비교하겠다

συστρατεύσεται

(그는) ~와 비교하겠다

쌍수 συστρατεύσεσθον

(너희 둘은) ~와 비교하겠다

συστρατεύσεσθον

(그 둘은) ~와 비교하겠다

복수 συστρατευσόμεθα

(우리는) ~와 비교하겠다

συστρατεύσεσθε

(너희는) ~와 비교하겠다

συστρατεύσονται

(그들은) ~와 비교하겠다

기원법단수 συστρατευσοίμην

(나는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συστρατεύσοιο

(너는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συστρατεύσοιτο

(그는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

쌍수 συστρατεύσοισθον

(너희 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συστρατευσοίσθην

(그 둘은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

복수 συστρατευσοίμεθα

(우리는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συστρατεύσοισθε

(너희는) ~와 비교하겠기를 (바라다)

συστρατεύσοιντο

(그들은) ~와 비교하겠기를 (바라다)

부정사 συστρατεύσεσθαι

~와 비교할 것

분사 남성여성중성
συστρατευσομενος

συστρατευσομενου

συστρατευσομενη

συστρατευσομενης

συστρατευσομενον

συστρατευσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεστράτευον

(나는) ~와 비교하고 있었다

συνεστράτευες

(너는) ~와 비교하고 있었다

συνεστράτευεν*

(그는) ~와 비교하고 있었다

쌍수 συνεστρατεύετον

(너희 둘은) ~와 비교하고 있었다

συνεστρατευέτην

(그 둘은) ~와 비교하고 있었다

복수 συνεστρατεύομεν

(우리는) ~와 비교하고 있었다

συνεστρατεύετε

(너희는) ~와 비교하고 있었다

συνεστράτευον

(그들은) ~와 비교하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεστρατευόμην

(나는) ~와 비교되고 있었다

συνεστρατεύου

(너는) ~와 비교되고 있었다

συνεστρατεύετο

(그는) ~와 비교되고 있었다

쌍수 συνεστρατεύεσθον

(너희 둘은) ~와 비교되고 있었다

συνεστρατευέσθην

(그 둘은) ~와 비교되고 있었다

복수 συνεστρατευόμεθα

(우리는) ~와 비교되고 있었다

συνεστρατεύεσθε

(너희는) ~와 비교되고 있었다

συνεστρατεύοντο

(그들은) ~와 비교되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ὀδυσσεὺσ τὸ μετὰ τοῦτο δῆθεν μεμηνώσ, ἅτε συστρατεύειν τοῖσ Ἀτρείδαισ μὴ θέλων πάρεισι δὲ οἱ πρέσβεισ ἤδη καλοῦντεσ, καὶ τὰ μὲν τῆσ ὑποκρίσεωσ πιθανὰ πάντα, ἡ ἀπήνη, τὸ τῶν ὑπεζευγμένων ἀσύμφωνον, ἡ ἄνοια τῶν δρωμένων· (Lucian, De Domo, (no name) 30:1)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 30:1)

  • εὖ γε, συστράτευε μόνον, ὦ Χελιδόνιον, κατὰ τοῦ ἀλαζόνοσ Ἀρισταινέτου. (Lucian, Dialogi meretricii, 4:15)

    (루키아노스, Dialogi meretricii, 4:15)

  • πόλει γὰρ οὐδὲν ἥκομεν βλάβοσ, ἑνὸσ δ’ ἐπ’ ἀνδρὸσ σῶμα συστρατεύομεν, ὅν φασιν εἶναι Ζηνὸσ Ἀλκμήνησ τ’ ἄπο. (Euripides, Heracles, episode 1:2)

    (에우리피데스, Heracles, episode 1:2)

  • ὁ δὲ Ἄρατοσ ἀπορρέων ἤδη τῆσ αὐλῆσ καὶ κατὰ μικρὸν ἑαυτὸν ἀνακομιζόμενοσ ἐκ τῆσ πρὸσ τὸν Φίλιππον συνηθείασ, διαβαίνοντοσ εἰσ Ἤπειρὸν αὐτοῦ καὶ δεομένου συστρατεύειν, ἀπείπατο καὶ κατέμεινε, δεδιὼσ ἀναπλησθῆναι δόξησ πονηρᾶσ ἀφ’ ὧν ἐκεῖνοσ ἔπραττεν. (Plutarch, Aratus, chapter 51 1:1)

    (플루타르코스, Aratus, chapter 51 1:1)

  • τῶν δὲ πλεῖστον δυναμένων τότε τριῶν ἀνδρῶν, Κράσσου μὲν ἄντικρυσ Κικέρωνι πολεμοῦντοσ, Πομπηϊού δὲ θρυπτομένου πρὸσ ἀμφοτέρουσ, Καίσαροσ δὲ μέλλοντοσ εἰσ Γαλατίαν ἐξιέναι μετὰ στρατεύματοσ, ὑπὸ τοῦτον ὑποδὺσ ὁ Κικέρων, καίπερ οὐκ ὄντα φίλον, ἀλλ’ ὕποπτον ἐκ τῶν περὶ Κατιλίναν, ἠξίωσε πρεσβευτὴσ αὐτῷ συστρατεύειν. (Plutarch, Cicero, chapter 30 2:1)

    (플루타르코스, Cicero, chapter 30 2:1)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION