Ancient Greek-English Dictionary Language

συνδράω

α-contract Verb; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: συνδράω συνδράσω

Structure: συν (Prefix) + δρά (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to do together, help in doing, to help in, joint

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συνδρῶ συνδρᾷς συνδρᾷ
Dual συνδρᾶτον συνδρᾶτον
Plural συνδρῶμεν συνδρᾶτε συνδρῶσιν*
SubjunctiveSingular συνδρῶ συνδρῇς συνδρῇ
Dual συνδρῆτον συνδρῆτον
Plural συνδρῶμεν συνδρῆτε συνδρῶσιν*
OptativeSingular συνδρῷμι συνδρῷς συνδρῷ
Dual συνδρῷτον συνδρῴτην
Plural συνδρῷμεν συνδρῷτε συνδρῷεν
ImperativeSingular συνδρᾶ συνδρᾱ́τω
Dual συνδρᾶτον συνδρᾱ́των
Plural συνδρᾶτε συνδρώντων, συνδρᾱ́τωσαν
Infinitive συνδρᾶν
Participle MasculineFeminineNeuter
συνδρων συνδρωντος συνδρωσα συνδρωσης συνδρων συνδρωντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular συνδρῶμαι συνδρᾷ συνδρᾶται
Dual συνδρᾶσθον συνδρᾶσθον
Plural συνδρώμεθα συνδρᾶσθε συνδρῶνται
SubjunctiveSingular συνδρῶμαι συνδρῇ συνδρῆται
Dual συνδρῆσθον συνδρῆσθον
Plural συνδρώμεθα συνδρῆσθε συνδρῶνται
OptativeSingular συνδρῴμην συνδρῷο συνδρῷτο
Dual συνδρῷσθον συνδρῴσθην
Plural συνδρῴμεθα συνδρῷσθε συνδρῷντο
ImperativeSingular συνδρῶ συνδρᾱ́σθω
Dual συνδρᾶσθον συνδρᾱ́σθων
Plural συνδρᾶσθε συνδρᾱ́σθων, συνδρᾱ́σθωσαν
Infinitive συνδρᾶσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
συνδρωμενος συνδρωμενου συνδρωμενη συνδρωμενης συνδρωμενον συνδρωμενου

Future tense

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • ἐπιβεβηκότεσ ἐπὶ ὄνου θηλείασ μεσημβρίασ, καθήμενοι ἐπὶ κριτηρίου καὶ πορευόμενοι ἐπὶ ὁδοὺσ συνέδρων ἐφ̓ ὁδῷ, (Septuagint, Liber Iudicum 5:10)
  • Προκαθίσασ γέ τοι μετὰ τῶν συνέδρων ὁ τύραννοσ Ἀντίοχοσ ἐπί τινοσ ὑψηλοῦ τόπου καὶ τῶν στρατευμάτων αὐτῷ ἐνόπλων κυκλόθεν παρεστηκότων, παρεκέλευε τοῖσ δορυφόροις (Septuagint, Liber Maccabees IV 5:1)
  • ὁ δὲ Λύσανδροσ, ἐπεὶ τῶν τρισχιλίων Ἀθηναίων, οὓσ ἔλαβεν αἰχμαλώτουσ, ὑπὸ τῶν συνέδρων θάνατοσ κατέγνωστο, καλέσασ Φιλοκλέα τὸν στρατηγὸν αὐτῶν ἠρώτησεν τίνα τιμᾶται δίκην ἑαυτῷ τοιαῦτα περὶ Ἑλλήνων συμβεβουλευκὼσ λευκὼσ τοῖσ πολίταισ. (Plutarch, , chapter 13 1:1)
  • θαυμαστὸν μὲν ἦν καὶ τοῦτ’, ὦ βουλή, εἰ ταύτην ἔχοντεσ ἄνθρωποι τὴν ἡλικίαν ἔχουσιν, οἱ πρὸ ἐμοῦ γνώμην ἀποφηνάμενοι καὶ πρωτεύειν ἀξιοῦντεσ τῶν συνέδρων, τὴν ἐκ τῶν πολιτικῶν προσκρουσμάτων ἀπέχθειαν ἀδιάλλακτον πρὸσ τοὺσ προεστηκότασ τῆσ πόλεωσ, οὓσ ἐχρῆν% οἱο͂́ν τε δεῖ φυλάττειν, καὶ τοῖσ νέοισ παραινεῖν ἀπὸ τοῦ κρατίστου ποιεῖσθαι τοὺσ ὑπὲρ τῶν καλῶν ἀγῶνασ, καὶ μὴ πολεμίουσ, ἀλλὰ φίλουσ ἡγεῖσθαι τοὺσ περὶ τῶν κοινῶν ἀγαθῶν ἀντιπάλουσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 16 3:2)
  • ἦν γάρ τι καὶ κατεπτηχὸσ τὴν ἐξουσίαν οὐκ ἐλάχιστον μέροσ ἐκ τῶν συνέδρων. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 18 7:3)

Synonyms

  1. to do together

Derived

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION