헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συνδιαλλάσσω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συνδιαλλάσσω συνδιαλλάξω

형태분석: συν (접두사) + δι (접두사) + ἀλλάσς (어간) + ω (인칭어미)

  1. to help in reconciling

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνδιαλλάσσω

συνδιαλλάσσεις

συνδιαλλάσσει

쌍수 συνδιαλλάσσετον

συνδιαλλάσσετον

복수 συνδιαλλάσσομεν

συνδιαλλάσσετε

συνδιαλλάσσουσιν*

접속법단수 συνδιαλλάσσω

συνδιαλλάσσῃς

συνδιαλλάσσῃ

쌍수 συνδιαλλάσσητον

συνδιαλλάσσητον

복수 συνδιαλλάσσωμεν

συνδιαλλάσσητε

συνδιαλλάσσωσιν*

기원법단수 συνδιαλλάσσοιμι

συνδιαλλάσσοις

συνδιαλλάσσοι

쌍수 συνδιαλλάσσοιτον

συνδιαλλασσοίτην

복수 συνδιαλλάσσοιμεν

συνδιαλλάσσοιτε

συνδιαλλάσσοιεν

명령법단수 συνδιάλλασσε

συνδιαλλασσέτω

쌍수 συνδιαλλάσσετον

συνδιαλλασσέτων

복수 συνδιαλλάσσετε

συνδιαλλασσόντων, συνδιαλλασσέτωσαν

부정사 συνδιαλλάσσειν

분사 남성여성중성
συνδιαλλασσων

συνδιαλλασσοντος

συνδιαλλασσουσα

συνδιαλλασσουσης

συνδιαλλασσον

συνδιαλλασσοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνδιαλλάσσομαι

συνδιαλλάσσει, συνδιαλλάσσῃ

συνδιαλλάσσεται

쌍수 συνδιαλλάσσεσθον

συνδιαλλάσσεσθον

복수 συνδιαλλασσόμεθα

συνδιαλλάσσεσθε

συνδιαλλάσσονται

접속법단수 συνδιαλλάσσωμαι

συνδιαλλάσσῃ

συνδιαλλάσσηται

쌍수 συνδιαλλάσσησθον

συνδιαλλάσσησθον

복수 συνδιαλλασσώμεθα

συνδιαλλάσσησθε

συνδιαλλάσσωνται

기원법단수 συνδιαλλασσοίμην

συνδιαλλάσσοιο

συνδιαλλάσσοιτο

쌍수 συνδιαλλάσσοισθον

συνδιαλλασσοίσθην

복수 συνδιαλλασσοίμεθα

συνδιαλλάσσοισθε

συνδιαλλάσσοιντο

명령법단수 συνδιαλλάσσου

συνδιαλλασσέσθω

쌍수 συνδιαλλάσσεσθον

συνδιαλλασσέσθων

복수 συνδιαλλάσσεσθε

συνδιαλλασσέσθων, συνδιαλλασσέσθωσαν

부정사 συνδιαλλάσσεσθαι

분사 남성여성중성
συνδιαλλασσομενος

συνδιαλλασσομενου

συνδιαλλασσομενη

συνδιαλλασσομενης

συνδιαλλασσομενον

συνδιαλλασσομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνδιαλλάξω

συνδιαλλάξεις

συνδιαλλάξει

쌍수 συνδιαλλάξετον

συνδιαλλάξετον

복수 συνδιαλλάξομεν

συνδιαλλάξετε

συνδιαλλάξουσιν*

기원법단수 συνδιαλλάξοιμι

συνδιαλλάξοις

συνδιαλλάξοι

쌍수 συνδιαλλάξοιτον

συνδιαλλαξοίτην

복수 συνδιαλλάξοιμεν

συνδιαλλάξοιτε

συνδιαλλάξοιεν

부정사 συνδιαλλάξειν

분사 남성여성중성
συνδιαλλαξων

συνδιαλλαξοντος

συνδιαλλαξουσα

συνδιαλλαξουσης

συνδιαλλαξον

συνδιαλλαξοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνδιαλλάξομαι

συνδιαλλάξει, συνδιαλλάξῃ

συνδιαλλάξεται

쌍수 συνδιαλλάξεσθον

συνδιαλλάξεσθον

복수 συνδιαλλαξόμεθα

συνδιαλλάξεσθε

συνδιαλλάξονται

기원법단수 συνδιαλλαξοίμην

συνδιαλλάξοιο

συνδιαλλάξοιτο

쌍수 συνδιαλλάξοισθον

συνδιαλλαξοίσθην

복수 συνδιαλλαξοίμεθα

συνδιαλλάξοισθε

συνδιαλλάξοιντο

부정사 συνδιαλλάξεσθαι

분사 남성여성중성
συνδιαλλαξομενος

συνδιαλλαξομενου

συνδιαλλαξομενη

συνδιαλλαξομενης

συνδιαλλαξομενον

συνδιαλλαξομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to help in reconciling

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION