헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συναπόλλυμι

-μι 무어간모음 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συναπόλλυμι συναπολέσω

형태분석: συν (접두사) + ἀπ (접두사) + ό̓λλῡ (어간) + μι (인칭어미)

  1. 잃다, 떨어뜨리다, 지다, 잃어버리다, ~와 비교하다, 놓치다, ~에 속하다, 잊어버리다
  1. to destroy together, to destroy one's, as well as oneself, to lose, also, to perish together, with

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπόλλῡμι

(나는) 잃는다

συναπόλλῡς

(너는) 잃는다

συναπόλλῡσιν*

(그는) 잃는다

쌍수 συναπόλλυτον

(너희 둘은) 잃는다

συναπόλλυτον

(그 둘은) 잃는다

복수 συναπόλλυμεν

(우리는) 잃는다

συναπόλλυτε

(너희는) 잃는다

συναπολλύᾱσιν*

(그들은) 잃는다

접속법단수 συναπολλύω

(나는) 잃자

συναπολλύῃς

(너는) 잃자

συναπολλύῃ

(그는) 잃자

쌍수 συναπολλύητον

(너희 둘은) 잃자

συναπολλύητον

(그 둘은) 잃자

복수 συναπολλύωμεν

(우리는) 잃자

συναπολλύητε

(너희는) 잃자

συναπολλύωσιν*

(그들은) 잃자

기원법단수 συναπολλυίην

(나는) 잃기를 (바라다)

συναπολλυίης

(너는) 잃기를 (바라다)

συναπολλυίη

(그는) 잃기를 (바라다)

쌍수 συναπολλυίητον

(너희 둘은) 잃기를 (바라다)

συναπολλυιήτην

(그 둘은) 잃기를 (바라다)

복수 συναπολλυίημεν

(우리는) 잃기를 (바라다)

συναπολλυίητε

(너희는) 잃기를 (바라다)

συναπολλυίησαν

(그들은) 잃기를 (바라다)

명령법단수 συναπόλλυε

(너는) 잃어라

συναπολλύτω

(그는) 잃어라

쌍수 συναπόλλυτον

(너희 둘은) 잃어라

συναπολλύτων

(그 둘은) 잃어라

복수 συναπόλλυτε

(너희는) 잃어라

συναπολλύντων

(그들은) 잃어라

부정사 συναπολλύναι

잃는 것

분사 남성여성중성
συναπολλῡς

συναπολλυντος

συναπολλῡσα

συναπολλῡσης

συναπολλυν

συναπολλυντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπόλλυμαι

(나는) 잃어진다

συναπόλλυσαι

(너는) 잃어진다

συναπόλλυται

(그는) 잃어진다

쌍수 συναπόλλυσθον

(너희 둘은) 잃어진다

συναπόλλυσθον

(그 둘은) 잃어진다

복수 συναπολλύμεθα

(우리는) 잃어진다

συναπόλλυσθε

(너희는) 잃어진다

συναπόλλυνται

(그들은) 잃어진다

접속법단수 συναπολλύωμαι

(나는) 잃어지자

συναπολλύῃ

(너는) 잃어지자

συναπολλύηται

(그는) 잃어지자

쌍수 συναπολλύησθον

(너희 둘은) 잃어지자

συναπολλύησθον

(그 둘은) 잃어지자

복수 συναπολλυώμεθα

(우리는) 잃어지자

συναπολλύησθε

(너희는) 잃어지자

συναπολλύωνται

(그들은) 잃어지자

기원법단수 συναπολλυίμην

(나는) 잃어지기를 (바라다)

συναπολλυῖο

(너는) 잃어지기를 (바라다)

συναπολλυῖτο

(그는) 잃어지기를 (바라다)

쌍수 συναπολλυῖσθον

(너희 둘은) 잃어지기를 (바라다)

συναπολλυίσθην

(그 둘은) 잃어지기를 (바라다)

복수 συναπολλυίμεθα

(우리는) 잃어지기를 (바라다)

συναπολλυῖσθε

(너희는) 잃어지기를 (바라다)

συναπολλυῖντο

(그들은) 잃어지기를 (바라다)

명령법단수 συναπόλλυσο

(너는) 잃어져라

συναπολλύσθω

(그는) 잃어져라

쌍수 συναπόλλυσθον

(너희 둘은) 잃어져라

συναπολλύσθων

(그 둘은) 잃어져라

복수 συναπόλλυσθε

(너희는) 잃어져라

συναπολλύσθων

(그들은) 잃어져라

부정사 συναπόλλυσθαι

잃어지는 것

분사 남성여성중성
συναπολλυμενος

συναπολλυμενου

συναπολλυμενη

συναπολλυμενης

συναπολλυμενον

συναπολλυμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπῶλλῡν

(나는) 잃고 있었다

συναπῶλλῡς

(너는) 잃고 있었다

συναπῶλλῡν*

(그는) 잃고 있었다

쌍수 συναπῶλλυτον

(너희 둘은) 잃고 있었다

συναπώλλυτην

(그 둘은) 잃고 있었다

복수 συναπῶλλυμεν

(우리는) 잃고 있었다

συναπῶλλυτε

(너희는) 잃고 있었다

συναπῶλλυσαν

(그들은) 잃고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναπώλλυμην

(나는) 잃어지고 있었다

συναπώλλυου, συναπῶλλυσο

(너는) 잃어지고 있었다

συναπῶλλυτο

(그는) 잃어지고 있었다

쌍수 συναπῶλλυσθον

(너희 둘은) 잃어지고 있었다

συναπώλλυσθην

(그 둘은) 잃어지고 있었다

복수 συναπώλλυμεθα

(우리는) 잃어지고 있었다

συναπῶλλυσθε

(너희는) 잃어지고 있었다

συναπῶλλυντο

(그들은) 잃어지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐκοῦν ἐὰν ἀπολλύηται τὰ κακά, ἅ γε μὴ τυγχάνει ὄντα κακά, τί προσήκει τοῖσ κακοῖσ συναπόλλυσθαι; (Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 195:2)

    (플라톤, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis, 195:2)

유의어

  1. 잃다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION