헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στοναχή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στοναχή

형태분석: στοναχ (어간) + η (어미)

어원: stena/xw

  1. 울부짖음, 통곡, 신음, 울음, 으르렁거림
  1. a groaning, wailing, groans, sighs

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 στοναχή

울부짖음이

στοναχᾱ́

울부짖음들이

στοναχαί

울부짖음들이

속격 στοναχῆς

울부짖음의

στοναχαῖν

울부짖음들의

στοναχῶν

울부짖음들의

여격 στοναχῇ

울부짖음에게

στοναχαῖν

울부짖음들에게

στοναχαῖς

울부짖음들에게

대격 στοναχήν

울부짖음을

στοναχᾱ́

울부짖음들을

στοναχᾱ́ς

울부짖음들을

호격 στοναχή

울부짖음아

στοναχᾱ́

울부짖음들아

στοναχαί

울부짖음들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι τοίνυν οἷσ πρὸσ Μίμνερμον ἀντειπὼν περὶ χρόνου ζωῆσ ἐπιπεφώνηκε, μηδέ μοι ἄκλαυστοσ θάνατοσ μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι ποιήσαιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάσ ποιεῖ, τελευτήσασ γὰρ οὐ φίλοισ οὐδ’ οἰκείοισ μόνον, ἀλλὰ τῇ πόλει πάσῃ, μυριάσι πολλαῖσ, δάκρυα καὶ πόθον καὶ κατήφειαν ἐφ’ αὑτῷ παρέσχεν αἱ γάρ Ῥωμαίων γυναῖκεσ ἐπένθησαν αὐτόν ὥσπερ υ ἱὸν ἢ ἀδελφὸν ἢ πατέρα κοινὸν ἀποβαλοῦσαι. (Plutarch, Comparison of Solon and Publicola, chapter 1 4:1)

    (플루타르코스, Comparison of Solon and Publicola, chapter 1 4:1)

  • "καὶ πρότεροσ ἔτι τούτου ὁ Στησίχοροσ, μάλα τοι μάλιστα παιγμοσύνασ τε φιλεῖ μολπὰσ τ’ Ἀπόλλων, κάδεα δὲ στοναχάσ τ’ Αἴδασ ἔλαχε. (Plutarch, De E apud Delphos, section 2113)

    (플루타르코스, De E apud Delphos, section 2113)

  • ναὸσ ἀρωγοὶ τῆσ Αἰάντοσ, γενεᾶσ χθονίων ἀπ’ Ἐρεχθειδῶν, ἔχομεν στοναχὰσ οἱ κηδόμενοι τοῦ Τελαμῶνοσ τηλόθεν οἴκου. (Sophocles, Ajax, episode, anapests1)

    (소포클레스, Ajax, episode, anapests1)

  • μηδέ μοι ἄκλαυστοσ θάνατοσ μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάσ· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 178)

    (작자 미상, 비가, , 178)

  • Τρῳάδι Παλλαναῖοσ ἀνηέρτησεν Ἀθάνᾳ αὐλὸν ἐριβρεμέταν Μίκκοσ Ἐνυαλίου, ᾧ ποτε καὶ θυμέλῃσι καὶ ἐν πολέμοισιν ἔμελψεν πρόσθε, τὸ μὲν στοναχᾶσ σῆμα, τὸ δ’ εὐνομίασ. (Unknown, Greek Anthology, book 6, chapter 1951)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 6, chapter 1951)

유의어

  1. 울부짖음

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION