헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θηλή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θηλή

형태분석: θηλ (어간) + η (어미)

어원: Qa/w

  1. 젖꼭지, 유두, 엄마, 젖
  1. the part of the breast which gives suck, the teat, nipple

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 θηλή

젖꼭지가

θηλᾱ́

젖꼭지들이

θηλαί

젖꼭지들이

속격 θηλῆς

젖꼭지의

θηλαῖν

젖꼭지들의

θηλῶν

젖꼭지들의

여격 θηλῇ

젖꼭지에게

θηλαῖν

젖꼭지들에게

θηλαῖς

젖꼭지들에게

대격 θηλήν

젖꼭지를

θηλᾱ́

젖꼭지들을

θηλᾱ́ς

젖꼭지들을

호격 θηλή

젖꼭지야

θηλᾱ́

젖꼭지들아

θηλαί

젖꼭지들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἶτα λύκαινα μὲν νεοτόκοσ σπαργῶσα καὶ πλημμυροῦσα τοὺσ μαστοὺσ γάλακτι, τῶν σκύμνων ἀπολωλότων, αὐτὴ χρῄζουσα κουφισμοῦ, περιέστειξε τὰ βρέφη καὶ θηλὴν ἐπέσχεν, ὥσπερ ὠδῖνα δευτέραν ἀποτιθεμένη τὴν τοῦ γάλακτοσ. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 8 3:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 8 3:1)

  • εἶτα λύκαινα μὲν νεοτόκοσ σπαργῶσα καὶ πλημμυροῦσα τοὺσ μαστοὺσ γάλακτι, τῶν σκύμνων ἀπολωλότων, αὐτὴ χρῄζουσα κουφισμοῦ, περιέστειξε τὰ βρέφη καὶ θηλὴν ἐπέσχεν, ὥσπερ ὠδῖνα δευτέραν ἀποτιθεμένη τὴν τοῦ γάλακτοσ. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 8 8:1)

    (플루타르코스, De fortuna Romanorum, section 8 8:1)

  • "μυθεύουσιν ἐν Κρήτῃ γενέσθαι τὴν Διὸσ τέκνωσιν ἐπὶ τῆσ Δίκτησ, ἐν ᾗ καὶ ἀπόρρητοσ γίνεται θυσία, λέγεται γὰρ ὡσ ἄρα Διὶ θηλὴν ὑπέσχεν ὗσ καὶ τῷ σφετέρῳ γρυσμῷ περιοιχνεῦσα τὸν κνυζηθμὸν τοῦ βρέφεοσ ἀνεπάιστον τοῖσ παριοῦσιν ἐτίθει. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 182)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 182)

  • λύκαινα δ’ ἐμφωλεύουσα τοὺσ μὲν ἰδίουσ σκύμνουσ εἰσ τὸν ῥοῦν ἔρριψε, τοῖσ δὲ βρέφεσι θηλὴν παρέσχε, Γύλιφοσ δὲ ποιμὴν αὐτόπτησ γενόμενοσ καὶ ἀναλαβὼν τοὺσ παῖδασ ὡσ ἰδίουσ ἔθρεψε, τὸν μὲν καλέσασ Λύκαστον τὸν δὲ Παρράσιον, τοὺσ διαδεξαμένουσ τὴν βασιλείαν τῶν Ἀρκάδων ὡσ Ζώπυροσ Βυζάντιοσ ἐν τῷ τρίτῳ Ἱστορικῶν. (Plutarch, Parallela minora, section 365)

    (플루타르코스, Parallela minora, section 365)

  • λύκαινα δ’ ἐμφωλεύουσα τοὺσ μὲν ἰδίουσ σκύμνουσ εἰσ τὸν ῥοῦν ἔρριψε, τοῖσ δὲ βρέφεσι θηλὴν παρέσχε. (Plutarch, Parallela minora, section 365)

    (플루타르코스, Parallela minora, section 365)

유의어

  1. 젖꼭지

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION