호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
기본형: προχειρίζω προχειριῶ
형태분석: προχειρίζ (어간) + ω (인칭어미)
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | προχειρίω | προχειρίεις | προχειρίει |
쌍수 | προχειρίειτον | προχειρίειτον | ||
복수 | προχειρίουμεν | προχειρίειτε | προχειρίουσι(ν) | |
기원법 | 단수 | προχειρίοιμι | προχειρίοις | προχειρίοι |
쌍수 | προχειρίοιτον | προχειριοίτην | ||
복수 | προχειρίοιμεν | προχειρίοιτε | προχειρίοιεν | |
부정사 | προχειρίειν | |||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
προχειριων προχειριουντος | προχειριουσα προχειριουσης | προχειριουν προχειριουντος | ||
중간태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | προχειρίουμαι | προχειρίει, προχειρίῃ | προχειρίειται |
쌍수 | προχειρίεισθον | προχειρίεισθον | ||
복수 | προχειριοῦμεθα | προχειρίεισθε | προχειρίουνται | |
기원법 | 단수 | προχειριοίμην | προχειρίοιο | προχειρίοιτο |
쌍수 | προχειρίοισθον | προχειριοίσθην | ||
복수 | προχειριοίμεθα | προχειρίοισθε | προχειρίοιντο | |
부정사 | προχειρίεισθαι | |||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
προχειριουμενος προχειριουμενου | προχειριουμενη προχειριουμενης | προχειριουμενον προχειριουμενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | ἐπροχείριζον | ἐπροχείριζες | ἐπροχείριζε(ν) |
쌍수 | ἐπροχειρίζετον | ἐπροχειριζέτην | ||
복수 | ἐπροχειρίζομεν | ἐπροχειρίζετε | ἐπροχείριζον | |
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | ἐπροχειριζόμην | ἐπροχειρίζου | ἐπροχειρίζετο |
쌍수 | ἐπροχειρίζεσθον | ἐπροχειριζέσθην | ||
복수 | ἐπροχειριζόμεθα | ἐπροχειρίζεσθε | ἐπροχειρίζοντο |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기
고전 발음: [] 신약 발음: []