헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

προυσελέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: προυσελέω

형태분석: προυσελέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: (어원이 불명확함.)

  1. 학대하다, 함부로 다루다, 혹사하다, 고발하다
  1. to maltreat, insult, we insult

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προυσελῶ

(나는) 학대한다

προυσελεῖς

(너는) 학대한다

προυσελεῖ

(그는) 학대한다

쌍수 προυσελεῖτον

(너희 둘은) 학대한다

προυσελεῖτον

(그 둘은) 학대한다

복수 προυσελοῦμεν

(우리는) 학대한다

προυσελεῖτε

(너희는) 학대한다

προυσελοῦσιν*

(그들은) 학대한다

접속법단수 προυσελῶ

(나는) 학대하자

προυσελῇς

(너는) 학대하자

προυσελῇ

(그는) 학대하자

쌍수 προυσελῆτον

(너희 둘은) 학대하자

προυσελῆτον

(그 둘은) 학대하자

복수 προυσελῶμεν

(우리는) 학대하자

προυσελῆτε

(너희는) 학대하자

προυσελῶσιν*

(그들은) 학대하자

기원법단수 προυσελοῖμι

(나는) 학대하기를 (바라다)

προυσελοῖς

(너는) 학대하기를 (바라다)

προυσελοῖ

(그는) 학대하기를 (바라다)

쌍수 προυσελοῖτον

(너희 둘은) 학대하기를 (바라다)

προυσελοίτην

(그 둘은) 학대하기를 (바라다)

복수 προυσελοῖμεν

(우리는) 학대하기를 (바라다)

προυσελοῖτε

(너희는) 학대하기를 (바라다)

προυσελοῖεν

(그들은) 학대하기를 (바라다)

명령법단수 προυσέλει

(너는) 학대해라

προυσελείτω

(그는) 학대해라

쌍수 προυσελεῖτον

(너희 둘은) 학대해라

προυσελείτων

(그 둘은) 학대해라

복수 προυσελεῖτε

(너희는) 학대해라

προυσελούντων, προυσελείτωσαν

(그들은) 학대해라

부정사 προυσελεῖν

학대하는 것

분사 남성여성중성
προυσελων

προυσελουντος

προυσελουσα

προυσελουσης

προυσελουν

προυσελουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 προυσελοῦμαι

(나는) 학대된다

προυσελεῖ, προυσελῇ

(너는) 학대된다

προυσελεῖται

(그는) 학대된다

쌍수 προυσελεῖσθον

(너희 둘은) 학대된다

προυσελεῖσθον

(그 둘은) 학대된다

복수 προυσελούμεθα

(우리는) 학대된다

προυσελεῖσθε

(너희는) 학대된다

προυσελοῦνται

(그들은) 학대된다

접속법단수 προυσελῶμαι

(나는) 학대되자

προυσελῇ

(너는) 학대되자

προυσελῆται

(그는) 학대되자

쌍수 προυσελῆσθον

(너희 둘은) 학대되자

προυσελῆσθον

(그 둘은) 학대되자

복수 προυσελώμεθα

(우리는) 학대되자

προυσελῆσθε

(너희는) 학대되자

προυσελῶνται

(그들은) 학대되자

기원법단수 προυσελοίμην

(나는) 학대되기를 (바라다)

προυσελοῖο

(너는) 학대되기를 (바라다)

προυσελοῖτο

(그는) 학대되기를 (바라다)

쌍수 προυσελοῖσθον

(너희 둘은) 학대되기를 (바라다)

προυσελοίσθην

(그 둘은) 학대되기를 (바라다)

복수 προυσελοίμεθα

(우리는) 학대되기를 (바라다)

προυσελοῖσθε

(너희는) 학대되기를 (바라다)

προυσελοῖντο

(그들은) 학대되기를 (바라다)

명령법단수 προυσελοῦ

(너는) 학대되어라

προυσελείσθω

(그는) 학대되어라

쌍수 προυσελεῖσθον

(너희 둘은) 학대되어라

προυσελείσθων

(그 둘은) 학대되어라

복수 προυσελεῖσθε

(너희는) 학대되어라

προυσελείσθων, προυσελείσθωσαν

(그들은) 학대되어라

부정사 προυσελεῖσθαι

학대되는 것

분사 남성여성중성
προυσελουμενος

προυσελουμενου

προυσελουμενη

προυσελουμενης

προυσελουμενον

προυσελουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπρουσέλουν

(나는) 학대하고 있었다

ἐπρουσέλεις

(너는) 학대하고 있었다

ἐπρουσέλειν*

(그는) 학대하고 있었다

쌍수 ἐπρουσελεῖτον

(너희 둘은) 학대하고 있었다

ἐπρουσελείτην

(그 둘은) 학대하고 있었다

복수 ἐπρουσελοῦμεν

(우리는) 학대하고 있었다

ἐπρουσελεῖτε

(너희는) 학대하고 있었다

ἐπρουσέλουν

(그들은) 학대하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπρουσελούμην

(나는) 학대되고 있었다

ἐπρουσελοῦ

(너는) 학대되고 있었다

ἐπρουσελεῖτο

(그는) 학대되고 있었다

쌍수 ἐπρουσελεῖσθον

(너희 둘은) 학대되고 있었다

ἐπρουσελείσθην

(그 둘은) 학대되고 있었다

복수 ἐπρουσελούμεθα

(우리는) 학대되고 있었다

ἐπρουσελεῖσθε

(너희는) 학대되고 있었다

ἐπρουσελοῦντο

(그들은) 학대되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῶν πολιτῶν θ’ οὓσ μὲν ἴσμεν εὐγενεῖσ καὶ σώφρονασ ἄνδρασ ὄντασ καὶ δικαίουσ καὶ καλούσ τε κἀγαθοὺσ καὶ τραφέντασ ἐν παλαίστραισ καὶ χοροῖσ καὶ μουσικῇ, προυσελοῦμεν, τοῖσ δὲ χαλκοῖσ καὶ ξένοισ καὶ πυρρίαισ καὶ πονηροῖσ κἀκ πονηρῶν εἰσ ἅπαντα χρώμεθα ὑστάτοισ ἀφιγμένοισιν, οἷσιν ἡ πόλισ πρὸ τοῦ οὐδὲ φαρμακοῖσιν εἰκῇ ῥᾳδίωσ ἐχρήσατ’ ἄν. (Aristophanes, Frogs, Parabasis, antepirrheme3)

    (아리스토파네스, Frogs, Parabasis, antepirrheme3)

유의어

  1. 학대하다

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION