- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πόρθησις?

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: porthēsis 고전 발음: [테:시] 신약 발음: [테시]

기본형: πόρθησις πόρθησεως

형태분석: πορθησι (어간) + ς (어미)

어원: from πορθέω

  1. 주머니, 자루
  1. the sack

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πόρθησις

주머니가

πορθήσει

주머니들이

πορθήσεις

주머니들이

속격 πορθήσεως

주머니의

πορθήσοιν

주머니들의

πορθήσεων

주머니들의

여격 πορθήσει

주머니에게

πορθήσοιν

주머니들에게

πορθήσεσι(ν)

주머니들에게

대격 πόρθησιν

주머니를

πορθήσει

주머니들을

πορθήσεις

주머니들을

호격 πόρθησι

주머니야

πορθήσει

주머니들아

πορθήσεις

주머니들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἦ γὰρ πατρῷον δῶμα πορθήσεις τόδε· (Euripides, episode, iambic37)

    (에우리피데스, episode, iambic37)

  • διήρπαζον δὲ πάντα καὶ τρόπον οὐδένα πορθήσεως κατὰ τῶν ὁμοφύλων παρελίμπανον. (Flavius Josephus, 443:3)

    (플라비우스 요세푸스, 443:3)

  • ἔνδοξοι δὲ τορευταὶ Ἀθηνοκλῆς, Κράτης, Στρατόνικος, Μυρμηκίδης ὁ Μιλήσιος, Καλλικράτης ὁ Λάκων καὶ Μῦς, οὗ εἴδομεν σκύφον Ἡρακλεωτικὸν τεχνικῶς ἔχοντα Ἰλίου ἐντετορευμένην πόρθησιν, ἔχοντα ἐπίγραμμα τόδε: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 191)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 11, book 11, chapter 191)

  • μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν ἐξεβράσθη Διομήδης εἰς Λιβύην, ἔνθα Λύκος ἦν βασιλεὺς ἔθος ἔχων τοὺς ξένους Ἄρει τῷ πατρὶ θύειν. (Plutarch, Parallela minora, section 231)

    (플루타르코스, Parallela minora, section 231)

  • μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν ἐξεβράσθη Διομήδης εἰς Λιβύην, ἔνθα Λύκος ἦν βασιλεὺς ἔθος ἔχων τοὺς ξένους Ἄρει τῷ πατρὶ θύειν. (Plutarch, Parallela minora, section 231)

    (플루타르코스, Parallela minora, section 231)

  • πόρθησις γὰρ ἦν τὰ γινόμενα τῆς πόλεως, τῶν μὲν ἀνδρῶν φονευομένων, τῶν δὲ τειχῶν κατασκαπτομένων, γυναικῶν δὲ καὶ παίδων ἀγομένων εἰς τὴν ἀκρόπολιν μετ οἰμωγῆς, ἀπεγνωκότων δὲ τὰ πράγματα τῶν στρατηγῶν καὶ χρῆσθαι μὴ δυναμένων τοῖς πολίταις πρὸς τοὺς πολεμίους ἀναπεφυρμένους καὶ συμμεμιγμένους αὐτοῖς πανταχόθεν. (Plutarch, Dion, chapter 41 3:1)

    (플루타르코스, Dion, chapter 41 3:1)

  • ὦ παιδιὰ μὲν Ἰλίου πόρθησις, παιδιὰ δὲ Ἀθηναίων ἐν Σικελίᾳ συμφοραὶ καὶ κατασκαφαὶ Θηβῶν, καὶ στρατευμάτων ὄλεθροι καὶ πόλεων δύσεις, καὶ πάνθ ὅσα πῦρ καὶ πόλεμοι καὶ σεισμοὶ μέχρι τοῦδε ἀπειργάσαντο. (Aristides, Aelius, Orationes, 3:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 3:2)

  • τί οὖν ἄλλο πόρθησις ἢ τὸ κρατεῖσθαι τοῖς ὅπλοις· (Strabo, Geography, Book 10, chapter 3 6:5)

    (스트라본, 지리학, Book 10, chapter 3 6:5)

유의어

  1. 주머니

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION