- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πόρπαξ?

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: porpax 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πόρπαξ πόρπακος

형태분석: πορπακ (어간) + ς (어미)

  1. 손잡이, 자루
  1. the handle
  2. part of a horse's headgear

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πόρπαξ

손잡이가

πόρπακε

손잡이들이

πόρπακες

손잡이들이

속격 πόρπακος

손잡이의

πορπάκοιν

손잡이들의

πορπάκων

손잡이들의

여격 πόρπακι

손잡이에게

πορπάκοιν

손잡이들에게

πόρπαξι(ν)

손잡이들에게

대격 πόρπακα

손잡이를

πόρπακε

손잡이들을

πόρπακας

손잡이들을

호격 πόρπαξ

손잡이야

πόρπακε

손잡이들아

πόρπακες

손잡이들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀναπληρώσας δὲ τὸ πολίτευμα τοῖς χαριεστάτοις τῶν περιοίκων ὁπλίτας τετρακισχιλίους ἐποίησε, καὶ διδάξας αὐτοὺς ἀντὶ δόρατος χρῆσθαι σαρίσῃ δι ἀμφοτέρων καὶ τὴν ἀσπίδα φορεῖν δι ὀχάνης, μὴ διὰ πόρπακος, ἐπὶ τὴν παιδείαν τῶν νέων ἐτράπη καὶ τὴν λεγομένην ἀγωγήν, ἧς τὰ πλεῖστα παρὼν ὁ Σφαῖρος αὐτῷ συγκαθίστη, ταχὺ τὸν προσήκοντα τῶν τε γυμνασίων καὶ τῶν συσσιτίων κόσμον ἀναλαμβανόντων, καὶ συστελλομένων ὀλίγων μὲν ὑπ ἀνάγκης, ἑκουσίως δὲ τῶν πλείστων εἰς τὴν εὐτελῆ καὶ Λακωνικὴν ἐκείνην δίαιταν. (Plutarch, Cleomenes, chapter 11 2:1)

    (플루타르코스, Cleomenes, chapter 11 2:1)

  • ἀλλ αὐτό μοι σύ, παῖ, λαβὼν ἐπώνυμον, Εὐρύσακες, ἴσχε διὰ πολυρράφου στρέφων πόρπακος, ἑπτάβοιον ἄρρηκτον σάκος: (Sophocles, Ajax, episode 3:13)

    (소포클레스, Ajax, episode 3:13)

  • προσηγόρευεν, ὡς μὴ δυναμένους κρατεῖν αὐτῆς, ἂν μὴ τὴν χεῖρα διὰ πόρπακος ἔχωσι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 18 2:1)

    (플루타르코스, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 18 2:1)

  • προσηγόρευεν, ὡς μὴ δυναμένους κρατεῖν αὐτῆς, ἂν μὴ τὴν χεῖρα διὰ πόρπακος ἔχωσι. (Plutarch, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 183)

    (플루타르코스, Regum et imperatorum apophthegmata, , section 183)

유의어

  1. 손잡이

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION