- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολύθυρος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: polythyros 고전 발음: [뽈뤼튀로] 신약 발음: [뽈뤼튀로]

기본형: πολύθυρος πολύθυρον

형태분석: πολυθυρ (어간) + ος (어미)

어원: θύρα

  1. with many doors or openings
  2. with many leaves

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολύθυρος

(이)가

πολύθυρον

(것)가

속격 πολυθύρου

(이)의

πολυθύρου

(것)의

여격 πολυθύρῳ

(이)에게

πολυθύρῳ

(것)에게

대격 πολύθυρον

(이)를

πολύθυρον

(것)를

호격 πολύθυρε

(이)야

πολύθυρον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυθύρω

(이)들이

πολυθύρω

(것)들이

속/여 πολυθύροιν

(이)들의

πολυθύροιν

(것)들의

복수주격 πολύθυροι

(이)들이

πολύθυρα

(것)들이

속격 πολυθύρων

(이)들의

πολυθύρων

(것)들의

여격 πολυθύροις

(이)들에게

πολυθύροις

(것)들에게

대격 πολυθύρους

(이)들을

πολύθυρα

(것)들을

호격 πολύθυροι

(이)들아

πολύθυρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δέλτου μὲν αἵδε πολύθυροι διαπτυχαί, ξένοι, πάρεισιν: (Euripides, Iphigenia in Tauris, episode, lyric 5:1)

    (에우리피데스, Iphigenia in Tauris, episode, lyric 5:1)

  • Γέρων, φαλακρός, τριβώνιον ἔχων πολύθυρον, ἅπαντι ἀνέμῳ ἀναπεπταμένον καὶ ταῖς ἐπιπτυχαῖς τῶν ῥακίων ποικίλον, γελᾷ δ᾿ ἀεὶ καὶ τὰ πολλὰ τοὺς ἀλαζόνας τούτους φιλοσόφους ἐπισκώπτει. (Lucian, Dialogi mortuorum, 6:1)

    (루키아노스, Dialogi mortuorum, 6:1)

  • καὶ πλῆθος ἀνδραπόδων καὶ πολυθύρους αὐλὰς περι βαλόμενος καὶ κλίνας προσθέμενος πολυτελεῖς καὶ τραπέζας οἰέται ταῦτα φρονήσεως αὐτῷ μὴ παραγενομένης εὐδαιμονίαν ἔσεσθαι καὶ βίον ἄλυπον καὶ μακάριον καὶ ἀμετάβλητον· (Plutarch, De fortuna, chapter, section 5 5:1)

    (플루타르코스, De fortuna, chapter, section 5 5:1)

  • ἑνὸς ὄντος λιμένος ὅμως λέγουσι λιμένας εἰς Ἀχαϊκούς καὶ δέλτου μὲν αἵδε πολύθυροι διαπτυχαί. (Aristotle, Rhetoric, Book 3, chapter 6 4:2)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 3, chapter 6 4:2)

유의어

  1. with many leaves

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION