헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολυέραστος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολυέραστος πολυέραστον

형태분석: πολυεραστ (어간) + ος (어미)

  1. much-loved

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 πολυέραστος

(이)가

πολυέραστον

(것)가

속격 πολυεράστου

(이)의

πολυεράστου

(것)의

여격 πολυεράστῳ

(이)에게

πολυεράστῳ

(것)에게

대격 πολυέραστον

(이)를

πολυέραστον

(것)를

호격 πολυέραστε

(이)야

πολυέραστον

(것)야

쌍수주/대/호 πολυεράστω

(이)들이

πολυεράστω

(것)들이

속/여 πολυεράστοιν

(이)들의

πολυεράστοιν

(것)들의

복수주격 πολυέραστοι

(이)들이

πολυέραστα

(것)들이

속격 πολυεράστων

(이)들의

πολυεράστων

(것)들의

여격 πολυεράστοις

(이)들에게

πολυεράστοις

(것)들에게

대격 πολυεράστους

(이)들을

πολυέραστα

(것)들을

호격 πολυέραστοι

(이)들아

πολυέραστα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥστε ἀκαταφρόνητοσ μὲν ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν διετέλεσεν, ἀζήμιοσ δ’ ὑπὸ τῶν πολιτῶν, ἄμεμπτοσ δ’ ὑπὸ τῶν φίλων, πολυεραστότατοσ δὲ καὶ πολυεπαινετώτατοσ ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων. (Xenophon, Minor Works, , chapter 6 10:2)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 6 10:2)

유의어

  1. much-loved

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION