헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πλησμονή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πλησμονή

형태분석: πλησμον (어간) + η (어미)

어원: pi/mplhmi

  1. 충만, 완비, 포만, 완전, 충분, 과도
  1. a filling or being filled, satiety;, repletion, satiety, surfeit

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πλησμονή

충만이

πλησμονᾱ́

충만들이

πλησμοναί

충만들이

속격 πλησμονῆς

충만의

πλησμοναῖν

충만들의

πλησμονῶν

충만들의

여격 πλησμονῇ

충만에게

πλησμοναῖν

충만들에게

πλησμοναῖς

충만들에게

대격 πλησμονήν

충만을

πλησμονᾱ́

충만들을

πλησμονᾱ́ς

충만들을

호격 πλησμονή

충만아

πλησμονᾱ́

충만들아

πλησμοναί

충만들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὦ τέκνον, οὐχ ἵπποισι νικήσαντά σε οὐδ’ ἥλικασ τόξοισιν, οὓσ Φρύγεσ νόμουσ τιμῶσιν, οὐκ ἐσ πλησμονὰσ θηρωμένη, μήτηρ πατρόσ σοι προστίθησ’ ἀγάλματα τῶν σῶν ποτ’ ὄντων· (Euripides, The Trojan Women, episode, anapests 3:21)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, anapests 3:21)

  • καὶ τῆσ ἁπλῆσ δὲ ταύτησ διαίτησ οὐκ ἀπλήστωσ ἀπολαύοντασ παρίστησιν, ἀλλ’ ὡσ οἱ κράτιστοι τῶν ἰατρῶν ἀφαιρεῖ τὰσ πλησμονάσ, αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιοσ καὶ ἐδητύοσ ἐξ ἔρον ἕντο· (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 16 2:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 16 2:5)

  • ἄθεοσ ἐκλογίζεται καὶ ἀναμιμνῄσκεται πλησμονὰσ αὑτοῦ καὶ οἰνώσεισ καὶ ἀταξίασ περὶ δίαιταν ἢ κόπουσ ὑπερβάλλοντασ ἢ μεταβολὰσ ἀέρων ἀήθεισ καὶ τόπων, ἔπειτα προσκρούσασ ἐν πολιτείαισ καὶ περιπεσὼν ἀδοξίαισ πρὸσ ὄχλον ἢ διαβολαῖσ πρὸσ ἡγεμόνα τὴν αἰτίαν ἐξ αὑτοῦ καὶ τῶν· (Plutarch, De superstitione, section 7 6:1)

    (플루타르코스, De superstitione, section 7 6:1)

  • πλησμονὰσ καὶ μέθασ καὶ ἡδυπαθείασ ἑορτήν τινα μέλλουσαν ἢ φίλων, ὑποδοχὴν ἐν χερσὶν ἔχοντασ ἢ προσδοκῶντασ ἑστίασιν βασιλικὴν καὶ ἡγεμονικὴν καὶ συμπεριφορὰν ἀπαραίτητον, οἱο͂ν ἐπιόντοσ ἀνέμου καὶ· (Plutarch, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 4 2:1)

    (플루타르코스, De tuenda sanitate praecepta, chapter, section 4 2:1)

  • καὶ πολλοῖσ ἀθρόωσ τε καὶ τελέωσ ἀποστᾶσιν ἰσχυρῶν γυμνασίων ἤ τι κῶλον ἀποκοπεῖσιν αἵματοσ διὰ τῶν ἐντέρων γίγνεται κένωσισ ἔκ τινων περιόδων, ὥσ που καὶ Ἱπποκράτησ ἔλεγεν, οὐδὲν μὲν ἄλλο λυποῦσα, καθαίρουσα δ’ ὀξέωσ τὸ πᾶν σῶμα καὶ τὰσ πλησμονὰσ ἐκκενοῦσα, διὰ τῶν αὐτῶν δήπου φλεβῶν τῆσ φορᾶσ τῶν περιττῶν ἐπιτελουμένησ, δι’ ὧν ἔμπροσθεν ἡ ἀνάδοσισ ἐγίγνετο. (Galen, On the Natural Faculties., G, section 1331)

    (갈레노스, On the Natural Faculties., G, section 1331)

유의어

  1. 충만

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION