헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νωθής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νωθής νωθές

형태분석: νωθη (어간) + ς (어미)

  1. 게으른, 느린, 둔한, 무감각한
  2. 멍청한, 둔한, 어리석은, 무딘
  1. sluggish, slothful, torpid
  2. dull, stupid, somewhat dull

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 νωθής

게으른 (이)가

νῶθες

게으른 (것)가

속격 νωθούς

게으른 (이)의

νώθους

게으른 (것)의

여격 νωθεί

게으른 (이)에게

νώθει

게으른 (것)에게

대격 νωθή

게으른 (이)를

νῶθες

게으른 (것)를

호격 νωθές

게으른 (이)야

νῶθες

게으른 (것)야

쌍수주/대/호 νωθεί

게으른 (이)들이

νώθει

게으른 (것)들이

속/여 νωθοίν

게으른 (이)들의

νώθοιν

게으른 (것)들의

복수주격 νωθείς

게으른 (이)들이

νώθη

게으른 (것)들이

속격 νωθών

게으른 (이)들의

νώθων

게으른 (것)들의

여격 νωθέσιν*

게으른 (이)들에게

νώθεσιν*

게으른 (것)들에게

대격 νωθείς

게으른 (이)들을

νώθη

게으른 (것)들을

호격 νωθείς

게으른 (이)들아

νώθη

게으른 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 νωθής

νωθούς

게으른 (이)의

νωθέστερος

νωθεστέρου

더 게으른 (이)의

νωθέστατος

νωθεστάτου

가장 게으른 (이)의

부사 νωθέως

νωθέστερον

νωθέστατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ‐ φυγῇ φυγῇ νωθὲσ πέδαιρε κῶλον, ἐκποδὼν ἔλα. (Euripides, Heracles, episode3)

    (에우리피데스, Heracles, episode3)

  • παχύνει γὰρ καὶ ὑγραίνει τὸ πνεῦμα ξηρόν τε καὶ λεπτὸν ἐὸν, και ὀμίχλην τῇσι αἰσθήσεσι παρέχει· βαρὺ δὲ καὶ νωθὲσ ὀμίχλη, ἥπερ ὕπνου ἀρχή· ἢν δὲ μεζόνων δέωνται, καὶ αὐτὸ τὸ μηκώνειον ἐσ τὰ μέτωπα ξὺν ὕδατι χρίειν· ἠδὲ ὑπαλείφειν τὰσ Ῥῖνασ καὶ ἐσ τὰ ὦτα ἐγχέειν · ψηλαφίη ποδῶν εὐαφὴσ ξὺν λίπαϊ, ψαῦσισ τῆσ κεφαλῆσ, ἀνυτικὸν δὲ καὶ κνῆσισ μάλιστα κροτάφων τε καὶ ὤτων. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 52)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 52)

  • τάδε μὲν ὦν ἐσ τὸ νωθὲσ καὶ νεκρῶδεσ αὐτέου, καὶ ἐσ πάντα καιρὸν, πλὴν τῇσι ἐσβολῇσι τῶν παρόξυσμῶν. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 137)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 137)

  • ποσσὶ γὰρ ὤρυσσεν νοτερὸν πέδον, ἀλλὰ τὸ νωθὲσ πίδακοσ ἐκ τυφλῆσ οὐκ ἐτάχυνεν ὕδωρ· (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 4172)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 4172)

  • οἱ δὲ μακρὸν μὲν τὸν χρόνον τὸν καῦσον νοσέουσι· ἀποπαύεται δὲ τὰ κινδυνώ δεα , αἱ ὀδύναι καὶ ξυντάσιεσ τῶν ὑποχονδρίων, καὶ ἡ κακοσφυξίη , καὶ τῆσ γνώμησ τὸ νωθέσ· ἔτι δὲ ἔμπησ ἐάσιν ἀσώδεεσ, ἀλύοντεσ ξὺν ἀπορίῃ· ξύνεστι δὲ ὅ τε καῦσοσ καὶ τὸ δίψοσ καὶ τῆσ γλώσσησ καὶ τοῦ στόματοσ ἡ ξηρότησ · ἀναπνέουσι πολλὸν, μακρὸν ἕλκοντεσ καὶ ἀθρόον, ὅλον τὸν ἠέρα ἐσ ἔμψυξιν ἐπισπώμενοι · ἀτὰρ εἴτε πίνουσι ψυχρὸν χανδὸν πολὺ πλεῖστον, καὶ ἐσ μὲν βραχὺ ἀνεκουφίσθησαν, εἶτ’ αὐτοῖσ ἐξάπτεται τὸ δίψοσ, αὖθισ ἄδην πίνουσι· καὶ ἥδε ἡ διαδοχὴ τοῦ κακοῦ· καὶ ἰητρὸσ δὲ ἀγαθὸσ ψυχρὸν ἂν δῳή πολλὸν ἀσινέωσ, ὅκωσ ἐν τοῖσι ἄλλοισι καύσοισι· ἀσφαλέστερον δὲ τοῖσι ἀπὸ τῆσ κοίλησ φλεβὸσ νοσέουσι τὸν καῦσον. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 184)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 184)

유의어

  1. 게으른

  2. 멍청한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION