헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μισθαρνικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μισθαρνικός μισθαρνική μισθαρνικόν

형태분석: μισθαρνικ (어간) + ος (어미)

어원: misqa/rnhs

  1. of or for hired work, mercenary

곡용 정보

1/2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐ γὰρ ἀπ’ ἀνθρώπων, οὔθ’ ἑκόντων, ὥσπερ καπηλεία καὶ αἱ μισθαρνικαί, οὔτ’ ἀκόντων, ὥσπερ αἱ πολεμικαί. (Aristotle, Economics, Book 1 10:4)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 10:4)

  • κατὰ δὴ τὸν νῦν, ὦ Θεαίτητε, λόγον, ὡσ ἐοίκεν, ἡ τέχνησ οἰκειωτικῆσ, <χειρωτικῆσ>, κτητικῆσ, θηρευτικῆσ, ζῳοθηρίασ, πεζοθηρίασ, χερσαίασ, ἡμεροθηρικῆσ, ἀνθρωποθηρίασ, <πιθανοθηρίασ>, ἰδιοθηρίασ, μισθαρνικῆσ, νομισματοπωλικῆσ, δοξοπαιδευτικῆσ, νέων πλουσίων καὶ ἐνδόξων γιγνομένη θήρα προσρητέον, ὡσ ὁ νῦν λόγοσ ἡμῖν συμβαίνει, σοφιστική. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 44:1)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 44:1)

유의어

  1. of or for hired work

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION