헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κατάπαυσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κατάπαυσις κατάπαυσεως

형태분석: καταπαυσι (어간) + ς (어미)

어원: from katapau/w

  1. 잔잔한 바다, 정전, 휴전
  1. a putting to rest: a putting down, deposing
  2. a cessation, calm

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐν τῇ καταπαύσει εἶπεν. ἐπίστρεφε, Κύριε, χιλιάδασ μυριάδασ ἐν τῷ Ἰσραήλ. (Septuagint, Liber Numeri 10:35)

    (70인역 성경, 민수기 10:35)

  • καὶ διαβήσεσθε τὸν Ἰορδάνην, καὶ κατοικήσετε ἐπὶ τῆσ γῆσ, ἧσ Κύριοσ ὁ Θεὸσ ἡμῶν κατακληρονομεῖ ὑμῖν, καὶ καταπαύσει ὑμᾶσ ἀπὸ πάντων τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν τῶν κύκλῳ, καὶ κατοικήσετε μετὰ ἀσφαλείασ. (Septuagint, Liber Deuteronomii 12:10)

    (70인역 성경, 신명기 12:10)

  • καὶ οὗτοι, οὓσ κατέστησε Δαυὶδ ἐπὶ χεῖρασ ἆδόντων ἐν οἴκῳ Κυρίου ἐν τῇ καταπαύσει τῆσ κιβωτοῦ, (Septuagint, Liber I Paralipomenon 6:16)

    (70인역 성경, 역대기 상권 6:16)

  • ἐὰν πνεῦμα τοῦ ἐξουσιάζοντοσ ἀναβῇ ἐπὶ σέ, τόπον σου μὴ ἀφῇσ, ὅτι ἴαμα καταπαύσει ἁμαρτίασ μεγάλασ. (Septuagint, Liber Ecclesiastes 10:4)

    (70인역 성경, 코헬렛 10:4)

  • καὶ μὴ εἴπῃσ. ὁ οἰκτιρμὸσ αὐτοῦ πολύσ, τὸ πλῆθοσ τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐξιλάσεται. ἔλεοσ γὰρ καὶ ὀργὴ παῤ αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ ἁμαρτωλοὺσ καταπαύσει ὁ θυμὸσ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Sirach 5:6)

    (70인역 성경, Liber Sirach 5:6)

유의어

  1. 잔잔한 바다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION