헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καλύπτρη

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καλύπτρη

형태분석: καλυπτρ (어간) + ᾱ (어미)

  1. Ionic form of κᾰλῠ́πτρᾱ ‎(kalúptrā)

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν δὲ μάχην οἱ μὲν ἑβδόμῃ λέγουσιν ἱσταμένου μηνόσ, οἱ δὲ νουμηνίᾳ γενέσθαι τοῦ νῦν μὲν τετάρτου, πάλαι δὲ Ἑρμαίου παρ’ Ἀργείοισ, καθ’ ἣν μέχρι νῦν τὰ Ὑβριστικὰ τελοῦσι, γυναῖκασ μὲν ἀνδρείοισ χιτῶσι καὶ χλαμύσιν, ἄνδρασ δὲ πέπλοισ γυναικῶν καὶ καλύπτραισ ἀμφιεννύντεσ. (Plutarch, Mulierum virtutes, 2:3)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 2:3)

  • τὴν δὲ μάχην οἱ μὲν ἑβδόμῃ λέγουσιν ἱσταμένου μηνόσ, οἱ δὲ νουμηνίᾳ γενέσθαι τοῦ νῦν μὲν τετάρτου, πάλαι δ’ Ἑρμαίου παρ’ Ἀργείοισ, καθ’ ἣν μέχρι νῦν τὰ Ὑβριστικὰ τελοῦσι, γυναῖκασ μὲν ἀνδρείοισ χιτῶσι καὶ χλαμύσιν, ἄνδρασ δὲ πέπλοισ γυναικῶν καὶ καλύπτραισ ἀμφιεννύντεσ. (Plutarch, Mulierum virtutes, 7:1)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 7:1)

  • φαίνετο μέν, φᾶροσ δὲ συνήγαγεν ἄντυγι μηρῶν, χρυσείῃ πλοκαμῖδασ ὑποσφίγξασα καλύπτρῃ. (Unknown, Greek Anthology, book 2, chapter 1 16:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, book 2, chapter 1 16:1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION