헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κακόφρων

형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κακόφρων

어원: frh/n

  1. 간악한, 앙심을 품은, 악의 있는, 아주 나쁜
  2. 부주의한, 경솔한, 상관하지 않는, 애매한
  1. ill-minded, malicious, malignant
  2. imprudent, thoughtless, heedless

예문

  • κακόφρων ἀνὴρ πολλὰ ζημιωθήσεται. ἐὰν δὲ λοιμεύηται, καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ προσθήσει. (Septuagint, Liber Proverbiorum 19:17)

    (70인역 성경, 잠언 19:17)

  • [οὔ τι δόλοσ κακόφρων] παῖδ’ ἐν χθονὶ καλλιχόρῳ ποικίλαισ τέχναισ πέλασσεν· (Bacchylides, , epinicians, ode 11 3:1)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 11 3:1)

  • ὁ δ’ αὖ τότ’ εὐτυχήσ, λαβὼν πένησ ὣσ ἀρτίπλουτα χρήματα, ὕβριζ’, ὑβρίζων τ’ αὖθισ ἀνταπώλετο Κάδμου κακόφρων λαόσ. (Euripides, Suppliants, episode 2:7)

    (에우리피데스, Suppliants, episode 2:7)

  • τοιῶνδ’ ἄνακτα δοριπόνων ἔκανεν ἀνδρῶν, Τυνδαρίσ, σὰ λέχεα, κακόφρων κούρα. (Euripides, choral, epode2)

    (에우리피데스, choral, epode2)

  • φυγοῦσα γοῦν σε καὶ τοὺσ σοὶ παραπλησίουσ ἡ Ἀρετὴ Ἡδονῇ παρακάθηται, ὥσ φησι Μνασάλκησ ὁ Σικυώνιοσ ἐν ἐπιγράμμασιν ἅδ’ ἐγὼ ἁ τλάμων Ἀρετὰ παρὰ τῇδε κάθημαι ἡδονῇ, αἰσχίστωσ κειραμένη πλοκάμουσ, θυμὸν ἄχει μεγάλῳ βεβολημένα, εἴπερ ἅπασιν ἁ κακόφρων Τέρψισ κρεῖσσον ἐμοῦ κέκριται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 55 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 55 2:1)

유의어

  1. 간악한

  2. 부주의한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION