- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γοητεύω?

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: goēteuō 고전 발음: [고에:떼워:] 신약 발음: [고에떼워]

기본형: γοητεύω

형태분석: γοητεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: γόης

  1. 마법을 걸다, 녹이다, 저주하다
  1. to bewitch, beguile

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 γοητεύω

(나는) 마법을 걸다

γοητεύεις

(너는) 마법을 걸다

γοητεύει

(그는) 마법을 걸다

쌍수 γοητεύετον

(너희 둘은) 마법을 걸다

γοητεύετον

(그 둘은) 마법을 걸다

복수 γοητεύομεν

(우리는) 마법을 걸다

γοητεύετε

(너희는) 마법을 걸다

γοητεύουσι(ν)

(그들은) 마법을 걸다

접속법단수 γοητεύω

(나는) 마법을 걸자

γοητεύῃς

(너는) 마법을 걸자

γοητεύῃ

(그는) 마법을 걸자

쌍수 γοητεύητον

(너희 둘은) 마법을 걸자

γοητεύητον

(그 둘은) 마법을 걸자

복수 γοητεύωμεν

(우리는) 마법을 걸자

γοητεύητε

(너희는) 마법을 걸자

γοητεύωσι(ν)

(그들은) 마법을 걸자

기원법단수 γοητεύοιμι

(나는) 마법을 걸기를 (바라다)

γοητεύοις

(너는) 마법을 걸기를 (바라다)

γοητεύοι

(그는) 마법을 걸기를 (바라다)

쌍수 γοητεύοιτον

(너희 둘은) 마법을 걸기를 (바라다)

γοητευοίτην

(그 둘은) 마법을 걸기를 (바라다)

복수 γοητεύοιμεν

(우리는) 마법을 걸기를 (바라다)

γοητεύοιτε

(너희는) 마법을 걸기를 (바라다)

γοητεύοιεν

(그들은) 마법을 걸기를 (바라다)

명령법단수 γοήτευε

(너는) 마법을 걸어라

γοητευέτω

(그는) 마법을 걸어라

쌍수 γοητεύετον

(너희 둘은) 마법을 걸어라

γοητευέτων

(그 둘은) 마법을 걸어라

복수 γοητεύετε

(너희는) 마법을 걸어라

γοητευόντων, γοητευέτωσαν

(그들은) 마법을 걸어라

부정사 γοητεύειν

마법을 거는 것

분사 남성여성중성
γοητευων

γοητευοντος

γοητευουσα

γοητευουσης

γοητευον

γοητευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 γοητεύομαι

(나는) 마법을 걸려지다

γοητεύει, γοητεύῃ

(너는) 마법을 걸려지다

γοητεύεται

(그는) 마법을 걸려지다

쌍수 γοητεύεσθον

(너희 둘은) 마법을 걸려지다

γοητεύεσθον

(그 둘은) 마법을 걸려지다

복수 γοητευόμεθα

(우리는) 마법을 걸려지다

γοητεύεσθε

(너희는) 마법을 걸려지다

γοητεύονται

(그들은) 마법을 걸려지다

접속법단수 γοητεύωμαι

(나는) 마법을 걸려지자

γοητεύῃ

(너는) 마법을 걸려지자

γοητεύηται

(그는) 마법을 걸려지자

쌍수 γοητεύησθον

(너희 둘은) 마법을 걸려지자

γοητεύησθον

(그 둘은) 마법을 걸려지자

복수 γοητευώμεθα

(우리는) 마법을 걸려지자

γοητεύησθε

(너희는) 마법을 걸려지자

γοητεύωνται

(그들은) 마법을 걸려지자

기원법단수 γοητευοίμην

(나는) 마법을 걸려지기를 (바라다)

γοητεύοιο

(너는) 마법을 걸려지기를 (바라다)

γοητεύοιτο

(그는) 마법을 걸려지기를 (바라다)

쌍수 γοητεύοισθον

(너희 둘은) 마법을 걸려지기를 (바라다)

γοητευοίσθην

(그 둘은) 마법을 걸려지기를 (바라다)

복수 γοητευοίμεθα

(우리는) 마법을 걸려지기를 (바라다)

γοητεύοισθε

(너희는) 마법을 걸려지기를 (바라다)

γοητεύοιντο

(그들은) 마법을 걸려지기를 (바라다)

명령법단수 γοητεύου

(너는) 마법을 걸려져라

γοητευέσθω

(그는) 마법을 걸려져라

쌍수 γοητεύεσθον

(너희 둘은) 마법을 걸려져라

γοητευέσθων

(그 둘은) 마법을 걸려져라

복수 γοητεύεσθε

(너희는) 마법을 걸려져라

γοητευέσθων, γοητευέσθωσαν

(그들은) 마법을 걸려져라

부정사 γοητεύεσθαι

마법을 걸려지는 것

분사 남성여성중성
γοητευομενος

γοητευομενου

γοητευομενη

γοητευομενης

γοητευομενον

γοητευομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐγοήτευον

(나는) 마법을 걸고 있었다

ἐγοήτευες

(너는) 마법을 걸고 있었다

ἐγοήτευε(ν)

(그는) 마법을 걸고 있었다

쌍수 ἐγοητεύετον

(너희 둘은) 마법을 걸고 있었다

ἐγοητευέτην

(그 둘은) 마법을 걸고 있었다

복수 ἐγοητεύομεν

(우리는) 마법을 걸고 있었다

ἐγοητεύετε

(너희는) 마법을 걸고 있었다

ἐγοήτευον

(그들은) 마법을 걸고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐγοητευόμην

(나는) 마법을 걸려지고 있었다

ἐγοητεύου

(너는) 마법을 걸려지고 있었다

ἐγοητεύετο

(그는) 마법을 걸려지고 있었다

쌍수 ἐγοητεύεσθον

(너희 둘은) 마법을 걸려지고 있었다

ἐγοητευέσθην

(그 둘은) 마법을 걸려지고 있었다

복수 ἐγοητευόμεθα

(우리는) 마법을 걸려지고 있었다

ἐγοητεύεσθε

(너희는) 마법을 걸려지고 있었다

ἐγοητεύοντο

(그들은) 마법을 걸려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἢ τὰ εὐμελῆ καὶ εὔρυθμα καὶ εὔφωνα ὀνόματα, ὑφ ὧν γλυκαίνεταί τε καὶ ἐκμαλάττεται καὶ τὸ ὅλον οἰκείως διατίθεται ἡ αἴσθησις, ταῦτα ἀλλήλοις συναρμόττειν, ἢ τὰ μὴ τοιαύτην ἔχοντα φύσιν ἐγκαταπλέκειν τε καὶ συνυφαίνειν τοῖς δυναμένοις αὐτὴν γοητεύειν, ὥστε ὑπὸ τῆς ἐκείνων χάριτος ἐπισκοτεῖσθαι τὴν τούτων ἀηδίαν: (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1215)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1215)

  • οὐ γὰρ δὴ φαῦλόν τι πρᾶγμα ῥυθμὸς ἐν λόγοις οὐδὲ προσθήκης τινὸς μοῖραν ἔχον οὐκ ἀναγκαίας, ἀλλ εἰ δεῖ τἀληθές, ὡς ἐμὴ δόξα, εἰπεῖν, ἁπάντων κυριώτατον τῶν γοητεύειν δυναμένων καὶ κηλεῖν τὰς ἀκοάς. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 392)

    (디오니시오스, De Demosthene, chapter 392)

  • "ἀλλ ἐκείνων μὲν ἐν γυναιξὶ τὸ πανοῦργον ἔσχε πίστιν , Ἀγλαονίκης τῆς Ἡγήτορος, ὥς φασιν, ἀστρολογικῆς γυναικός, ἐν ἐκλείψει σελήνης ἀεὶ προσποιουμένης γοητεύειν καὶ καθαιρεῖν αὐτήν. (Plutarch, De defectu oraculorum, section 139)

    (플루타르코스, De defectu oraculorum, section 139)

  • προσόντα καὶ τὰ μὴ περὶ ἑκάστου λέγοντες, κάλλιστά πως τοῖς ὀνόμασι ποικίλλοντες, γοητεύουσιν ἡμῶν τὰς ψυχάς, καὶ τὴν πόλιν ἐγκωμιάζοντες κατὰ πάντας τρόπους καὶ τοὺς τετελευτηκότας ἐν τῷ πολέμῳ καὶ τοὺς προγόνους ἡμῶν ἅπαντας τοὺς ἔμπροσθεν καὶ αὐτοὺς ἡμᾶς τοὺς ἔτι ζῶντας ἐπαινοῦντες, ὥστ ἔγωγε, ὦ Μενέξενε, γενναίως πάνυ διατίθεμαι ἐπαινούμενος ὑπ αὐτῶν, καὶ ἑκάστοτε ἐξέστηκα ἀκροώμενος καὶ κηλούμενος, ἡγούμενος ἐν τῷ παραχρῆμα μείζων καὶ γενναιότερος καὶ καλλίων γεγονέναι. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 6:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 6:1)

  • καὶ νῦν, ὥς γέ μοι δοκεῖς, γοητεύεις με καὶ φαρμάττεις καὶ ἀτεχνῶς κατεπᾴδεις, ὥστε μεστὸν ἀπορίας γεγονέναι. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 61:1)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 61:1)

유의어

  1. 마법을 걸다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION