헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὔτροφος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὔτροφος εὔτροφον

형태분석: εὐτροφ (어간) + ος (어미)

어원: tre/fw

  1. well-nourished.

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 εύ̓τροφος

(이)가

εύ̓τροφον

(것)가

속격 εὐτρόφου

(이)의

εὐτρόφου

(것)의

여격 εὐτρόφῳ

(이)에게

εὐτρόφῳ

(것)에게

대격 εύ̓τροφον

(이)를

εύ̓τροφον

(것)를

호격 εύ̓τροφε

(이)야

εύ̓τροφον

(것)야

쌍수주/대/호 εὐτρόφω

(이)들이

εὐτρόφω

(것)들이

속/여 εὐτρόφοιν

(이)들의

εὐτρόφοιν

(것)들의

복수주격 εύ̓τροφοι

(이)들이

εύ̓τροφα

(것)들이

속격 εὐτρόφων

(이)들의

εὐτρόφων

(것)들의

여격 εὐτρόφοις

(이)들에게

εὐτρόφοις

(것)들에게

대격 εὐτρόφους

(이)들을

εύ̓τροφα

(것)들을

호격 εύ̓τροφοι

(이)들아

εύ̓τροφα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὥσπερ οἶμαι καὶ πυρὸν ἢν τὸν αὐτὸν ἐσ διαφόρουσ χώρασ ἐμβάλῃσ, ἄλλωσ μὲν ἐν τῇ πεδινῇ καὶ βαθείᾳ καὶ ποτιζομένῃ καὶ εὐηλίῳ καὶ εὐηνέμῳ καὶ ἐξειργασμένῃ ἀναφύσεται, εὐθαλὴσ οἶμαι καὶ εὔτροφοσ καὶ πολύχουσ καρπόσ, ἄλλωσ δὲ ἐν ὄρει καὶ ὑπολίθῳ γηδίῳ, ἄλλωσ δὲ ἐν δυσηλίῳ, ἄλλωσ δὲ ἐν ὑπωρείᾳ, καὶ ὅλωσ διαφόρωσ καθ’ ἑκάστουσ τόπουσ. (Lucian, Abdicatus, (no name) 27:5)

    (루키아노스, Abdicatus, (no name) 27:5)

  • βάκχοσ εὔχυλοσ, πολύχυλοσ, εὔτροφοσ, τράγοσ οὐκ εὔχυλοσ, ἄπεπτοσ, βρωμώδησ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 52 3:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 52 3:2)

유의어

  1. well-nourished

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION