- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐργώδης?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: ergōdēs 고전 발음: [고:데:] 신약 발음: [고데]

기본형: ἐργώδης ἐργώδες

형태분석: ἐργωδη (어간) + ς (어미)

어원: εἶδος

  1. 어려운, 힘든, 귀찮은
  1. difficult, troublesome

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐργώδης

어려운 (이)가

ἔργωδες

어려운 (것)가

속격 ἐργώδους

어려운 (이)의

ἐργώδους

어려운 (것)의

여격 ἐργώδει

어려운 (이)에게

ἐργώδει

어려운 (것)에게

대격 ἐργώδη

어려운 (이)를

ἔργωδες

어려운 (것)를

호격 ἐργῶδες

어려운 (이)야

ἔργωδες

어려운 (것)야

쌍수주/대/호 ἐργώδει

어려운 (이)들이

ἐργώδει

어려운 (것)들이

속/여 ἐργώδοιν

어려운 (이)들의

ἐργώδοιν

어려운 (것)들의

복수주격 ἐργώδεις

어려운 (이)들이

ἐργώδη

어려운 (것)들이

속격 ἐργώδων

어려운 (이)들의

ἐργώδων

어려운 (것)들의

여격 ἐργώδεσι(ν)

어려운 (이)들에게

ἐργώδεσι(ν)

어려운 (것)들에게

대격 ἐργώδεις

어려운 (이)들을

ἐργώδη

어려운 (것)들을

호격 ἐργώδεις

어려운 (이)들아

ἐργώδη

어려운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • διῳκημένων δὲ τῶν πλείστων καὶ μεγίστων ἐνόσησε νόσον ἐν ἀρχῇ μὲν ἐπισφαλῆ, χρόνῳ δὲ ἀκίνδυνον, ἐργώδη δὲ καὶ δυσαπάλλακτον γενομένην. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 39 1:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 39 1:1)

  • τέχνης μὲν γὰρ ἅψασθαι βαναύσου τὸ παράπαν οὐκ ἐξῆν χρηματισμοῦ δὲ συναγωγὴν ἔχοντος ἐργώδη καὶ πραγματείασοὐδ ὁτιοῦν ἔδει διὰ τὸ κομιδῇ τὸν πλοῦτον ἄζηλον πεποιηκέναι καὶ ἄτιμον. (Plutarch, Instituta Laconica, section 412)

    (플루타르코스, Instituta Laconica, section 412)

  • χρηματισμοῦ δὲ συναγωγὴν ἔχοντος ἐργώδη καὶ πραγματείας οὐδ ὁτιοῦν ἔδει διὰ τὸ κομιδῇ τὸν πλοῦτον ἄζηλον πεποιηκέναι καὶ ἄτιμον. (Plutarch, Instituta Laconica, section 41 1:2)

    (플루타르코스, Instituta Laconica, section 41 1:2)

  • "ὧν εἰ δή τι ἄλλο μὴ ἀποδεχόμεθα, τό γε πολλαχῆ εἶναι ἐργώδη καὶ δύσκολον τὸν βίον ἄγαν ἀληθές. (Plutarch, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 6 9:2)

    (플루타르코스, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 6 9:2)

  • ἐπαράμενοι δὲ τείχη μεγάλα καὶ καρτερά καὶ τὴν πόλιν ὅπλων καὶ βελῶν καὶ σίτου καὶ παρασκευῆς ἁπάσης ἐμπλήσαντες, ἀδεῶς ὑπέμενον τὴν πολιορκίαν, μακρὰν μὲν οὖσαν, οὐχ ἧττον δὲ τοῖς πολιορκοῦσιν ἐργώδη καὶ χαλεπὴν γενομένην. (Plutarch, Camillus, chapter 2 4:2)

    (플루타르코스, Camillus, chapter 2 4:2)

유의어

  1. 어려운

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION