헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιτερπής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιτερπής ἐπιτερπές

형태분석: ἐπιτερπη (어간) + ς (어미)

어원: te/rpw

  1. 유쾌한, 즐거운, 흥겨운
  1. pleasing, delightful
  2. devoted to pleasure

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπιτερπής

유쾌한 (이)가

ἐπίτερπες

유쾌한 (것)가

속격 ἐπιτερπούς

유쾌한 (이)의

ἐπιτέρπους

유쾌한 (것)의

여격 ἐπιτερπεί

유쾌한 (이)에게

ἐπιτέρπει

유쾌한 (것)에게

대격 ἐπιτερπή

유쾌한 (이)를

ἐπίτερπες

유쾌한 (것)를

호격 ἐπιτερπές

유쾌한 (이)야

ἐπίτερπες

유쾌한 (것)야

쌍수주/대/호 ἐπιτερπεί

유쾌한 (이)들이

ἐπιτέρπει

유쾌한 (것)들이

속/여 ἐπιτερποίν

유쾌한 (이)들의

ἐπιτέρποιν

유쾌한 (것)들의

복수주격 ἐπιτερπείς

유쾌한 (이)들이

ἐπιτέρπη

유쾌한 (것)들이

속격 ἐπιτερπών

유쾌한 (이)들의

ἐπιτέρπων

유쾌한 (것)들의

여격 ἐπιτερπέσιν*

유쾌한 (이)들에게

ἐπιτέρπεσιν*

유쾌한 (것)들에게

대격 ἐπιτερπείς

유쾌한 (이)들을

ἐπιτέρπη

유쾌한 (것)들을

호격 ἐπιτερπείς

유쾌한 (이)들아

ἐπιτέρπη

유쾌한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐπὶ πλεῖστον δὲ τὰ πρὸ τῆσ πόλεωσ ἀργύρῳ καὶ χρυσῷ περιελάμπετο, καὶ τῆσ ὄψεωσ ἐκείνησ οὐδὲν οὔτε τοῖσ σφετέροισ ἐπιτερπέστερον οὔτε τοῖσ πολεμίοισ παρέστη φοβερώτερον. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 400:1)

    (플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 400:1)

  • "καὶ τὸ μετὰ πολλῶν θεάσασθαί τι καὶ ἀκοῦσαι ἐπιτερπέστερόν ἐστι καὶ σεμνότερον, οὐκ ἀκρασίασ δήπου καὶ ἡδυπαθείασ ἀλλ’ ἐλευθερίου διατριβῆσ καὶ ἀστείασ μάρτυρασ ἡμῶν ὅτι πλείστουσ λαμβανόντων. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 7, 7:12)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 7, 7:12)

유의어

  1. 유쾌한

  2. devoted to pleasure

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION