- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπισπερχής?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: episperchēs 고전 발음: [에삐케:] 신약 발음: [애삐]

기본형: ἐπισπερχής ἐπισπερχές

형태분석: ἐπισπερχη (어간) + ς (어미)

어원: from ἐπισπέρχω

  1. 서두르는, 신속한, 급한
  1. hasty, hurried

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπισπερχής

서두르는 (이)가

ἐπίσπερχες

서두르는 (것)가

속격 ἐπισπερχούς

서두르는 (이)의

ἐπισπέρχους

서두르는 (것)의

여격 ἐπισπερχεί

서두르는 (이)에게

ἐπισπέρχει

서두르는 (것)에게

대격 ἐπισπερχή

서두르는 (이)를

ἐπίσπερχες

서두르는 (것)를

호격 ἐπισπερχές

서두르는 (이)야

ἐπίσπερχες

서두르는 (것)야

쌍수주/대/호 ἐπισπερχεί

서두르는 (이)들이

ἐπισπέρχει

서두르는 (것)들이

속/여 ἐπισπερχοίν

서두르는 (이)들의

ἐπισπέρχοιν

서두르는 (것)들의

복수주격 ἐπισπερχείς

서두르는 (이)들이

ἐπισπέρχη

서두르는 (것)들이

속격 ἐπισπερχών

서두르는 (이)들의

ἐπισπέρχων

서두르는 (것)들의

여격 ἐπισπερχέσι(ν)

서두르는 (이)들에게

ἐπισπέρχεσι(ν)

서두르는 (것)들에게

대격 ἐπισπερχείς

서두르는 (이)들을

ἐπισπέρχη

서두르는 (것)들을

호격 ἐπισπερχείς

서두르는 (이)들아

ἐπισπέρχη

서두르는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἢ τί γὰρ οὐκ ἂν ποιήσειεν ἐκεῖνος ὁ τὴν οἰκίαν σπουδῇ οἰκοδομούμενος καὶ τοὺς ἐργάτας ἐπισπέρχων, εἰ μάθοι ὅτι ἡ μὲν ἕξει τέλος αὐτῷ, ὁ δὲ ἄρτι ἐπιθεὶς τὸν ὄροφον ἄπεισι τῷ κληρονόμῳ καταλιπὼν ἀπολαύειν αὐτῆς, αὐτὸς μηδὲ δειπνήσας ἅθλιος ^ ἐν αὐτῇ· (Lucian, Contemplantes, (no name) 17:6)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 17:6)

  • ὁ δ τὸν κυβερνήτην ἐπισπέρχων Βρασίδας ἐξοκέλλειν καί, χωρῶν ἐπί, τὴν ἀποβάθραν καὶ τραυματιζόμενος καὶ λιποφυχῶν καὶ ἀποκλίνων εἰς τὴν παρεξειρεσίαν, καὶ οἱ πεζομαχοῦντες μὲν ἐκ θαλάττης Λακεδαιμόνιοι, ναυμαχοῦντες δ ἀπὸ γῆς Ἀθηναῖοι: (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 3 1:4)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 3 1:4)

  • Ἀθηναίους Δημοσθένης καὶ ὁ τὸν κυβερνήτην ἐπισπέρχων Βρασίδας ἐξοκέλλειν καὶ χωρῶν ἐπὶ τὴν βάθραν καὶ τραυματιζόμενος καὶ λιποψυχῶν καὶ ἀποκλίνων εἰς τὴν παρεξειρεσίαν, καὶ οἱ πεζομαχοῦντες μὲν ἐκ θαλάττης Λακεδαιμόνιοι ναυμαχοῦντες δ ἀπὸ γῆς Ἀθηναῖοι: (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 3 5:1)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 3 5:1)

  • ἐπεὶ τὸ πρᾶγμα κάρτ ἐπισπέρχει θεός, ἴτω κατ οὖρον κῦμα Κωκυτοῦ λαχὸν Φοίβῳ στυγηθὲν πᾶν τὸ Λαΐου γένος. (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, strophe 14)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, strophe 14)

  • ὦρσε δ ἑταίρους πάντας ἐπισπέρχων, καί τέ σφισιν ἐγρομένοισιν Ἀμπυκίδεω Μόψοιο θεοπροπίας ἀγόρευεν. (Apollodorus, Argonautica, book 1 19:18)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 1 19:18)

유의어

  1. 서두르는

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION