헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπισφραγίζω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπισφραγίζω ἐπισφραγιῶ

형태분석: ἐπι (접두사) + σφραγίζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 확인하다, 비준하다, 승인하다, 확정하다
  2. 상기시키다, 명심하게 하다, 떠올리게 하다
  1. to put a seal on, to confirm, ratify
  2. to put as a seal upon, impress upon, to be impressed, marked

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισφραγίζω

(나는) 확인한다

ἐπισφραγίζεις

(너는) 확인한다

ἐπισφραγίζει

(그는) 확인한다

쌍수 ἐπισφραγίζετον

(너희 둘은) 확인한다

ἐπισφραγίζετον

(그 둘은) 확인한다

복수 ἐπισφραγίζομεν

(우리는) 확인한다

ἐπισφραγίζετε

(너희는) 확인한다

ἐπισφραγίζουσιν*

(그들은) 확인한다

접속법단수 ἐπισφραγίζω

(나는) 확인하자

ἐπισφραγίζῃς

(너는) 확인하자

ἐπισφραγίζῃ

(그는) 확인하자

쌍수 ἐπισφραγίζητον

(너희 둘은) 확인하자

ἐπισφραγίζητον

(그 둘은) 확인하자

복수 ἐπισφραγίζωμεν

(우리는) 확인하자

ἐπισφραγίζητε

(너희는) 확인하자

ἐπισφραγίζωσιν*

(그들은) 확인하자

기원법단수 ἐπισφραγίζοιμι

(나는) 확인하기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοις

(너는) 확인하기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοι

(그는) 확인하기를 (바라다)

쌍수 ἐπισφραγίζοιτον

(너희 둘은) 확인하기를 (바라다)

ἐπισφραγιζοίτην

(그 둘은) 확인하기를 (바라다)

복수 ἐπισφραγίζοιμεν

(우리는) 확인하기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοιτε

(너희는) 확인하기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοιεν

(그들은) 확인하기를 (바라다)

명령법단수 ἐπισφράγιζε

(너는) 확인해라

ἐπισφραγιζέτω

(그는) 확인해라

쌍수 ἐπισφραγίζετον

(너희 둘은) 확인해라

ἐπισφραγιζέτων

(그 둘은) 확인해라

복수 ἐπισφραγίζετε

(너희는) 확인해라

ἐπισφραγιζόντων, ἐπισφραγιζέτωσαν

(그들은) 확인해라

부정사 ἐπισφραγίζειν

확인하는 것

분사 남성여성중성
ἐπισφραγιζων

ἐπισφραγιζοντος

ἐπισφραγιζουσα

ἐπισφραγιζουσης

ἐπισφραγιζον

ἐπισφραγιζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισφραγίζομαι

(나는) 확인된다

ἐπισφραγίζει, ἐπισφραγίζῃ

(너는) 확인된다

ἐπισφραγίζεται

(그는) 확인된다

쌍수 ἐπισφραγίζεσθον

(너희 둘은) 확인된다

ἐπισφραγίζεσθον

(그 둘은) 확인된다

복수 ἐπισφραγιζόμεθα

(우리는) 확인된다

ἐπισφραγίζεσθε

(너희는) 확인된다

ἐπισφραγίζονται

(그들은) 확인된다

접속법단수 ἐπισφραγίζωμαι

(나는) 확인되자

ἐπισφραγίζῃ

(너는) 확인되자

ἐπισφραγίζηται

(그는) 확인되자

쌍수 ἐπισφραγίζησθον

(너희 둘은) 확인되자

ἐπισφραγίζησθον

(그 둘은) 확인되자

복수 ἐπισφραγιζώμεθα

(우리는) 확인되자

ἐπισφραγίζησθε

(너희는) 확인되자

ἐπισφραγίζωνται

(그들은) 확인되자

기원법단수 ἐπισφραγιζοίμην

(나는) 확인되기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοιο

(너는) 확인되기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοιτο

(그는) 확인되기를 (바라다)

쌍수 ἐπισφραγίζοισθον

(너희 둘은) 확인되기를 (바라다)

ἐπισφραγιζοίσθην

(그 둘은) 확인되기를 (바라다)

복수 ἐπισφραγιζοίμεθα

(우리는) 확인되기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοισθε

(너희는) 확인되기를 (바라다)

ἐπισφραγίζοιντο

(그들은) 확인되기를 (바라다)

명령법단수 ἐπισφραγίζου

(너는) 확인되어라

ἐπισφραγιζέσθω

(그는) 확인되어라

쌍수 ἐπισφραγίζεσθον

(너희 둘은) 확인되어라

ἐπισφραγιζέσθων

(그 둘은) 확인되어라

복수 ἐπισφραγίζεσθε

(너희는) 확인되어라

ἐπισφραγιζέσθων, ἐπισφραγιζέσθωσαν

(그들은) 확인되어라

부정사 ἐπισφραγίζεσθαι

확인되는 것

분사 남성여성중성
ἐπισφραγιζομενος

ἐπισφραγιζομενου

ἐπισφραγιζομενη

ἐπισφραγιζομενης

ἐπισφραγιζομενον

ἐπισφραγιζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισφραγίω

(나는) 확인하겠다

ἐπισφραγίεις

(너는) 확인하겠다

ἐπισφραγίει

(그는) 확인하겠다

쌍수 ἐπισφραγίειτον

(너희 둘은) 확인하겠다

ἐπισφραγίειτον

(그 둘은) 확인하겠다

복수 ἐπισφραγίουμεν

(우리는) 확인하겠다

ἐπισφραγίειτε

(너희는) 확인하겠다

ἐπισφραγίουσιν*

(그들은) 확인하겠다

기원법단수 ἐπισφραγίοιμι

(나는) 확인하겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοις

(너는) 확인하겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοι

(그는) 확인하겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπισφραγίοιτον

(너희 둘은) 확인하겠기를 (바라다)

ἐπισφραγιοίτην

(그 둘은) 확인하겠기를 (바라다)

복수 ἐπισφραγίοιμεν

(우리는) 확인하겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοιτε

(너희는) 확인하겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοιεν

(그들은) 확인하겠기를 (바라다)

부정사 ἐπισφραγίειν

확인할 것

분사 남성여성중성
ἐπισφραγιων

ἐπισφραγιουντος

ἐπισφραγιουσα

ἐπισφραγιουσης

ἐπισφραγιουν

ἐπισφραγιουντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισφραγίουμαι

(나는) 확인되겠다

ἐπισφραγίει, ἐπισφραγίῃ

(너는) 확인되겠다

ἐπισφραγίειται

(그는) 확인되겠다

쌍수 ἐπισφραγίεισθον

(너희 둘은) 확인되겠다

ἐπισφραγίεισθον

(그 둘은) 확인되겠다

복수 ἐπισφραγιοῦμεθα

(우리는) 확인되겠다

ἐπισφραγίεισθε

(너희는) 확인되겠다

ἐπισφραγίουνται

(그들은) 확인되겠다

기원법단수 ἐπισφραγιοίμην

(나는) 확인되겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοιο

(너는) 확인되겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοιτο

(그는) 확인되겠기를 (바라다)

쌍수 ἐπισφραγίοισθον

(너희 둘은) 확인되겠기를 (바라다)

ἐπισφραγιοίσθην

(그 둘은) 확인되겠기를 (바라다)

복수 ἐπισφραγιοίμεθα

(우리는) 확인되겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοισθε

(너희는) 확인되겠기를 (바라다)

ἐπισφραγίοιντο

(그들은) 확인되겠기를 (바라다)

부정사 ἐπισφραγίεισθαι

확인될 것

분사 남성여성중성
ἐπισφραγιουμενος

ἐπισφραγιουμενου

ἐπισφραγιουμενη

ἐπισφραγιουμενης

ἐπισφραγιουμενον

ἐπισφραγιουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεσφράγιζον

(나는) 확인하고 있었다

ἐπεσφράγιζες

(너는) 확인하고 있었다

ἐπεσφράγιζεν*

(그는) 확인하고 있었다

쌍수 ἐπεσφραγίζετον

(너희 둘은) 확인하고 있었다

ἐπεσφραγιζέτην

(그 둘은) 확인하고 있었다

복수 ἐπεσφραγίζομεν

(우리는) 확인하고 있었다

ἐπεσφραγίζετε

(너희는) 확인하고 있었다

ἐπεσφράγιζον

(그들은) 확인하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεσφραγιζόμην

(나는) 확인되고 있었다

ἐπεσφραγίζου

(너는) 확인되고 있었다

ἐπεσφραγίζετο

(그는) 확인되고 있었다

쌍수 ἐπεσφραγίζεσθον

(너희 둘은) 확인되고 있었다

ἐπεσφραγιζέσθην

(그 둘은) 확인되고 있었다

복수 ἐπεσφραγιζόμεθα

(우리는) 확인되고 있었다

ἐπεσφραγίζεσθε

(너희는) 확인되고 있었다

ἐπεσφραγίζοντο

(그들은) 확인되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐν πᾶσι τούτοισ ἡμεῖσ διατιθέμεθα πίστιν καὶ γράφομεν, καὶ ἐπισφραγίζουσιν ἄρχοντεσ ἡμῶν, Λευῖται ἡμῶν, ἱερεῖσ ἡμῶν. (Septuagint, Liber Nehemiae 9:38)

    (70인역 성경, 느헤미야기 9:38)

유의어

  1. 확인하다

  2. 상기시키다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION