헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιλησμονή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιλησμονή

형태분석: ἐπιλησμον (어간) + η (어미)

어원: from e)pilh/smwn

  1. 건망증, 잊음
  1. forgetfulness

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἐπιλησμονή

건망증이

ἐπιλησμονᾱ́

건망증들이

ἐπιλησμοναί

건망증들이

속격 ἐπιλησμονῆς

건망증의

ἐπιλησμοναῖν

건망증들의

ἐπιλησμονῶν

건망증들의

여격 ἐπιλησμονῇ

건망증에게

ἐπιλησμοναῖν

건망증들에게

ἐπιλησμοναῖς

건망증들에게

대격 ἐπιλησμονήν

건망증을

ἐπιλησμονᾱ́

건망증들을

ἐπιλησμονᾱ́ς

건망증들을

호격 ἐπιλησμονή

건망증아

ἐπιλησμονᾱ́

건망증들아

ἐπιλησμοναί

건망증들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλὰ τοὺσ μάρτυρασ ἄξιον ἰδεῖν, οἳ τούτοισ μαρτυροῦντεσ αὑτῶν κατηγοροῦσι, σφόδρα ἐπιλήσμονασ καὶ εὐήθεισ νομίζοντεσ ὑμᾶσ εἶναι, εἰ διὰ μὲν τοῦ ὑμετέρου πλήθουσ ἀδεῶσ ἡγοῦνται τοὺσ τριάκοντα σώσειν, διὰ δὲ Ἐρατοσθένην καὶ τοὺσ συνάρχοντασ αὐτοῦ δεινὸν ἦν καὶ τῶν τεθνεώτων ἐπ’ ἐκφορὰν ἐλθεῖν. (Lysias, Speeches, 104:1)

    (리시아스, Speeches, 104:1)

  • οὐ γὰρ ἔγωγε ὑπολαμβάνω οὕτωσ ὑμᾶσ ἐπιλήσμονασ εἶναι, ὥστε ἀμνημονεῖν ὧν ὀλίγῳ πρότερον ἠκούσατε ἀναγιγνωσκομένων νόμων, ἐν οἷσ γέγραπται, ἐάν τισ μισθώσηταί τινα Ἀθηναίων ἐπὶ ταύτην τὴν πρᾶξιν, ἢ ἐάν τισ ἑαυτὸν μισθώσῃ, ἔνοχον εἶναι τοῖσ μεγίστοισ καὶ τοῖσ ἴσοισ ἐπιτιμίοισ. (Aeschines, Speeches, , section 721)

    (아이스키네스, 연설, , section 721)

  • ὑπὲρ δὲ τοῦ μήπω κεκρίσθαι ὑπ’ ἐμοῦ, μηδὲ τῶν ἀδικημάτων τιμωρίαν ὑποσχεῖν, ὅταν καταφεύγῃσ ἐπὶ τοὺσ τοιούτουσ λόγουσ, ἢ τοὺσ ἀκούοντασ ἐπιλήσμονασ ὑπολαμβάνεισ, ἢ σαυτὸν παραλογίζῃ. (Aeschines, Speeches, , section 2211)

    (아이스키네스, 연설, , section 2211)

유의어

  1. 건망증

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION