헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπαγωγή

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπαγωγή ἐπαγωγῆς

형태분석: ἐπαγωγ (어간) + η (어미)

어원: from e)pa/gw

  1. leading in, bringing in or upon

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅτι κρινεῖ Κύριοσ τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοῖσ δούλοισ αὐτοῦ παρακληθήσεται. εἶδε γὰρ παραλελυμένουσ αὐτοὺσ καὶ ἐκλελοιπότασ ἐν ἐπαγωγῇ καὶ παρειμένουσ. (Septuagint, Liber Deuteronomii 32:36)

    (70인역 성경, 신명기 32:36)

  • εὔθυνον τὴν καρδίαν σου καὶ καρτέρησον καὶ μὴ σπεύσῃσ ἐν καιρῷ ἐπαγωγῆσ. (Septuagint, Liber Sirach 2:2)

    (70인역 성경, Liber Sirach 2:2)

  • ἐπαγωγὴ ὑπερηφάνου οὐκ ἔστιν ἴασισ, φυτὸν γὰρ πονηρίασ ἐρρίζωκεν ἐν αὐτῷ. (Septuagint, Liber Sirach 3:27)

    (70인역 성경, Liber Sirach 3:27)

  • μὴ ἔπεχε ἐπὶ χρήμασιν ἀδίκοισ. οὐδὲν γὰρ ὠφελήσει σε ἐν ἡμέρᾳ ἐπαγωγῆσ. (Septuagint, Liber Sirach 5:8)

    (70인역 성경, Liber Sirach 5:8)

  • ἀνὴρ πολύορκοσ πλησθήσεται ἀνομίασ, καὶ οὐκ ἀποστήσεται ἀπὸ τοῦ οἴκου αὐτοῦ μάστιξ. ἐὰν πλημμελήσῃ, ἁμαρτία αὐτοῦ ἐπ̓ αὐτῷ, κἂν ὑπερίδῃ, ἥμαρτε δισσῶσ. καὶ εἰ διακενῆσ ὤμοσεν, οὐ δικαιωθήσεται, πλησθήσεται γὰρ ἐπαγωγῶν ὁ οἶκοσ αὐτοῦ. ‐ (Septuagint, Liber Sirach 23:11)

    (70인역 성경, Liber Sirach 23:11)

  • ἐν ἐπαγωγῇ παραβαίνει καὶ λύπη, καὶ βίοσ πτωχοῦ κατὰ καρδίασ. (Septuagint, Liber Sirach 38:19)

    (70인역 성경, Liber Sirach 38:19)

  • ὁ θεὶσ τὴν οἰκουμένην ὅλην ἔρημον καὶ τὰσ πόλεισ αὐτοῦ καθεῖλε, τοὺσ ἐν ἐπαγωγῇ οὐκ ἔλυσε. (Septuagint, Liber Isaiae 14:17)

    (70인역 성경, 이사야서 14:17)

  • τῶν δὲ διὰ τοῦ δείκνυσθαι ἢ φαίνεσθαι δείκνυσθαι, καθάπερ καὶ ἐν τοῖσ ἀναλυτικοῖσ τὸ μὲν ἐπαγωγή ἐστι, τὸ δὲ συλλογισμόσ, τὸ δὲ φαινόμενοσ συλλογισμόσ, καὶ ἐνταῦθ’ ὁμοίωσ· (Dionysius of Halicarnassus, Ad Ammaeum, chapter 72)

    (디오니시오스, Ad Ammaeum, chapter 72)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION