헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐγγενής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐγγενής ἐγγενές

형태분석: ἐγγενη (어간) + ς (어미)

어원: gi/gnomai

  1. 타고난, 고유의, 토착의, 원주민의
  2. 친척의, 동족의, 혈족의, 친족의
  3. 타고난, 천부의
  1. inborn, native, of the race or country
  2. born of the same race, kindred, like kinsmen
  3. inborn, innate

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐγγενής

타고난 (이)가

έ̓γγενες

타고난 (것)가

속격 ἐγγενούς

타고난 (이)의

ἐγγένους

타고난 (것)의

여격 ἐγγενεί

타고난 (이)에게

ἐγγένει

타고난 (것)에게

대격 ἐγγενή

타고난 (이)를

έ̓γγενες

타고난 (것)를

호격 ἐγγενές

타고난 (이)야

έ̓γγενες

타고난 (것)야

쌍수주/대/호 ἐγγενεί

타고난 (이)들이

ἐγγένει

타고난 (것)들이

속/여 ἐγγενοίν

타고난 (이)들의

ἐγγένοιν

타고난 (것)들의

복수주격 ἐγγενείς

타고난 (이)들이

ἐγγένη

타고난 (것)들이

속격 ἐγγενών

타고난 (이)들의

ἐγγένων

타고난 (것)들의

여격 ἐγγενέσιν*

타고난 (이)들에게

ἐγγένεσιν*

타고난 (것)들에게

대격 ἐγγενείς

타고난 (이)들을

ἐγγένη

타고난 (것)들을

호격 ἐγγενείς

타고난 (이)들아

ἐγγένη

타고난 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ δ’ ἐγγενὴσ ὢν βάρβαρόσ τε βαρβάρουσ Ἕλλησιν ἡμᾶσ προύπιεσ τὸ σὸν μέροσ. (Euripides, Rhesus, episode, iambics10)

    (에우리피데스, Rhesus, episode, iambics10)

  • ὃν συμπονήσασ καὶ συνεξελὼν δορὶ γάμων Κρεούσησ ἀξίωμ’ ἐδέξατο, οὐκ ἐγγενὴσ ὤν, Αἰόλου δὲ τοῦ Διὸσ γεγὼσ Ἀχαιόσ. (Euripides, Ion, episode 5:5)

    (에우리피데스, Ion, episode 5:5)

  • ἐπεὶ τίσ ηὔχει τήνδ’ ἀνέλπιστον φυγὴν κέλσειν ἐσ Ἄργοσ κῆδοσ ἐγγενὲσ τὸ πρίν, ἔχθει μεταπτοιοῦσαν εὐναίων γάμων; (Aeschylus, Suppliant Women, episode 8:8)

    (아이스킬로스, 탄원하는 여인들, episode 8:8)

  • ἔγαμεν ὑψιθρόνων μίαν Νηρεί̈δων, εἶδεν δ’ εὔκυκλον ἕδραν, τᾶσ οὐρανοῦ βασιλῆεσ πόντου τ’ ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτοσ ἐξέφαναν ἐγγενὲσ αὐτῷ. (Pindar, Odes, nemean odes, nemean 4 19:1)

    (핀다르, Odes, nemean odes, nemean 4 19:1)

  • Κάστοροσ δ’ ἐλθόντοσ ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη καὶ κασιγνήτου Πολυδεύκεοσ, οὐ θαῦμα σφίσιν ἐγγενὲσ ἔμμεν ἀεθληταῖσ ἀγαθοῖσιν· (Pindar, Odes, nemean odes, nemean 10 17:1)

    (핀다르, Odes, nemean odes, nemean 10 17:1)

  • ὦ πλεῖστα μῶροι καὶ φρενῶν τητώμενοι, πότερα παρ’ οὐδὲν τοῦ βίου κήδεσθ’ ἔτι ἢ νοῦσ ἔνεστιν οὔτισ ὑμὶν ἐγγενήσ, ὅτ’ οὐ παρ’ αὐτοῖσ, ἀλλ’ ἐν αὐτοῖσιν κακοῖσ τοῖσιν μεγίστοισ ὄντεσ οὐ γιγνώσκετε; (Sophocles, episode 1:3)

    (소포클레스, episode 1:3)

  • τὸν ἄνδρα τοῦτον, ὃν πάλαι ζητεῖσ ἀπειλῶν κἀνακηρύσσων φόνον τὸν Λαί̈ειον, οὗτόσ ἐστιν ἐνθάδε, ξένοσ λόγῳ μέτοικοσ, εἶτα δ’ ἐγγενὴσ φανήσεται Θηβαῖοσ, οὐδ’ ἡσθήσεται τῇ ξυμφορᾷ· (Sophocles, Oedipus Tyrannus, episode 9:4)

    (소포클레스, 오이디푸스 튀란노스, episode 9:4)

  • ἦ δοῦλοσ ἢ κείνου τισ ἐγγενὴσ γεγώσ; (Sophocles, Oedipus Tyrannus, episode 1:31)

    (소포클레스, 오이디푸스 튀란노스, episode 1:31)

유의어

  1. 타고난

  2. 타고난

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION