헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐξομματόω

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐξομματόω ἐξομματώσω

형태분석: ἐξ (접두사) + ὀμματό (어간) + ω (인칭어미)

  1. to open the eyes of, to be restored to sight
  2. to make clear or plain

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐξομμάτω

ἐξομμάτοις

ἐξομμάτοι

쌍수 ἐξομμάτουτον

ἐξομμάτουτον

복수 ἐξομμάτουμεν

ἐξομμάτουτε

ἐξομμάτουσιν*

접속법단수 ἐξομμάτω

ἐξομμάτοις

ἐξομμάτοι

쌍수 ἐξομμάτωτον

ἐξομμάτωτον

복수 ἐξομμάτωμεν

ἐξομμάτωτε

ἐξομμάτωσιν*

기원법단수 ἐξομμάτοιμι

ἐξομμάτοις

ἐξομμάτοι

쌍수 ἐξομμάτοιτον

ἐξομματοίτην

복수 ἐξομμάτοιμεν

ἐξομμάτοιτε

ἐξομμάτοιεν

명령법단수 ἐξομμᾶτου

ἐξομματοῦτω

쌍수 ἐξομμάτουτον

ἐξομματοῦτων

복수 ἐξομμάτουτε

ἐξομματοῦντων, ἐξομματοῦτωσαν

부정사 ἐξομμάτουν

분사 남성여성중성
ἐξομματων

ἐξομματουντος

ἐξομματουσα

ἐξομματουσης

ἐξομματουν

ἐξομματουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐξομμάτουμαι

ἐξομμάτοι

ἐξομμάτουται

쌍수 ἐξομμάτουσθον

ἐξομμάτουσθον

복수 ἐξομματοῦμεθα

ἐξομμάτουσθε

ἐξομμάτουνται

접속법단수 ἐξομμάτωμαι

ἐξομμάτοι

ἐξομμάτωται

쌍수 ἐξομμάτωσθον

ἐξομμάτωσθον

복수 ἐξομματώμεθα

ἐξομμάτωσθε

ἐξομμάτωνται

기원법단수 ἐξομματοίμην

ἐξομμάτοιο

ἐξομμάτοιτο

쌍수 ἐξομμάτοισθον

ἐξομματοίσθην

복수 ἐξομματοίμεθα

ἐξομμάτοισθε

ἐξομμάτοιντο

명령법단수 ἐξομμάτου

ἐξομματοῦσθω

쌍수 ἐξομμάτουσθον

ἐξομματοῦσθων

복수 ἐξομμάτουσθε

ἐξομματοῦσθων, ἐξομματοῦσθωσαν

부정사 ἐξομμάτουσθαι

분사 남성여성중성
ἐξομματουμενος

ἐξομματουμενου

ἐξομματουμενη

ἐξομματουμενης

ἐξομματουμενον

ἐξομματουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to open the eyes of

  2. to make clear or plain

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION