헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐξεργαστικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐξεργαστικός ἐξεργαστική ἐξεργαστικόν

형태분석: ἐξεργαστικ (어간) + ος (어미)

어원: from e)cerga/zomai

  1. able to accomplish

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἐξεργαστικός

(이)가

ἐξεργαστική

(이)가

ἐξεργαστικόν

(것)가

속격 ἐξεργαστικοῦ

(이)의

ἐξεργαστικῆς

(이)의

ἐξεργαστικοῦ

(것)의

여격 ἐξεργαστικῷ

(이)에게

ἐξεργαστικῇ

(이)에게

ἐξεργαστικῷ

(것)에게

대격 ἐξεργαστικόν

(이)를

ἐξεργαστικήν

(이)를

ἐξεργαστικόν

(것)를

호격 ἐξεργαστικέ

(이)야

ἐξεργαστική

(이)야

ἐξεργαστικόν

(것)야

쌍수주/대/호 ἐξεργαστικώ

(이)들이

ἐξεργαστικᾱ́

(이)들이

ἐξεργαστικώ

(것)들이

속/여 ἐξεργαστικοῖν

(이)들의

ἐξεργαστικαῖν

(이)들의

ἐξεργαστικοῖν

(것)들의

복수주격 ἐξεργαστικοί

(이)들이

ἐξεργαστικαί

(이)들이

ἐξεργαστικά

(것)들이

속격 ἐξεργαστικῶν

(이)들의

ἐξεργαστικῶν

(이)들의

ἐξεργαστικῶν

(것)들의

여격 ἐξεργαστικοῖς

(이)들에게

ἐξεργαστικαῖς

(이)들에게

ἐξεργαστικοῖς

(것)들에게

대격 ἐξεργαστικούς

(이)들을

ἐξεργαστικᾱ́ς

(이)들을

ἐξεργαστικά

(것)들을

호격 ἐξεργαστικοί

(이)들아

ἐξεργαστικαί

(이)들아

ἐξεργαστικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ δὲ σύντομον τῆσ λέξεωσ μεταδιώκειν καὶ τὸ ἐξεργαστικὸν τῆσ πραγματείασ παραιτεῖσθαι τῷ τὴν μετάφρασιν ποιουμένῳ συγχωρητέον. (Septuagint, Liber Maccabees II 2:31)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 2:31)

유의어

  1. able to accomplish

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION