- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δουλοσύνη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: doulosynē 고전 발음: [둘:로쉬네:] 신약 발음: [둘로쉬네]

기본형: δουλοσύνη

형태분석: δουλοσυν (어간) + η (어미)

어원: from δοῦλος

  1. 노예제, 징역, 예속
  1. slavery, slavish work

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δουλοσύνη

노예제가

δουλοσύνα

노예제들이

δουλοσύναι

노예제들이

속격 δουλοσύνης

노예제의

δουλοσύναιν

노예제들의

δουλοσυνῶν

노예제들의

여격 δουλοσύνῃ

노예제에게

δουλοσύναιν

노예제들에게

δουλοσύναις

노예제들에게

대격 δουλοσύνην

노예제를

δουλοσύνα

노예제들을

δουλοσύνας

노예제들을

호격 δουλοσύνη

노예제야

δουλοσύνα

노예제들아

δουλοσύναι

노예제들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτοὶ γὰρ τούτους ηὐξήσατε ῥύματα δόντες, καὶ διὰ ταῦτα κακὴν ἔσχετε δουλοσύνην. (Plutarch, , chapter 30 6:3)

    (플루타르코스, , chapter 30 6:3)

  • χόρτον ἐμῇ συνεχῶς δότε γαστέρι, ἥτε μοι αἰεὶ χωρὶς δουλοσύνης λιτὸν ἔθηκε βίον. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 3)

    (작자 미상, 비가, , 3)

  • κρινόμενοι δ ἀρετῆς καὶ δείματος οὐκ ἐσάωσαν Ψυχάς, ἀλλ Αἰ¨´δην κοινὸν ἔθεντο βραβῆ, οὕνεκεν Ἑλλήνων, ὡς μὴ ζυγὸν αὐχένι θέντες δουλοσύνης στυγερὰν ἀμφὶς ἔχωσιν ὕβριν. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , mixed meters178)

    (작자 미상, 비가, , mixed meters178)

  • εἰς δὲ κακὴν ταχέως ἤλυθε δουλοσύνην, ἣ στάσιν ἔμφυλον πόλεμόν θ εὕδοντ ἐπεγείρει, ὃς πολλῶν ἐρατὴν ὤλεσεν ἡλικίην: (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 29)

    (작자 미상, 비가, , 29)

  • τῶν δὲ πενιχρῶν ἱκνοῦνται πολλοὶ γαῖαν ἐς ἀλλοδαπὴν πραθέντες δεσμοῖσί τ ἀεικελίοισι δεθέντες, καὶ κακὰ δουλοσύνης ἔργα φέρουσι Βία. (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 32)

    (작자 미상, 비가, , 32)

  • ἡμῖν δ ἄλλα μέν ἐστι, γύναι, κακὰ πόλλ ἐπεὶ ἐκ γῆς Φεύγομεν, ἀργαλέη δ οὐκ ἔπι δουλοσύνη, οὐδ ἡμᾶς περνᾶσι: (Unknown, Elegy and Iambus, Volume I, , 1386-1389719)

    (작자 미상, 비가, , 1386-1389719)

  • ἐόντι δὲ αἰχμαλώτῳ τῷ Ἀστυάγεϊ προσστὰς ὁ Ἅρπαγος κατέχαιρέ τε καὶ κατεκερτόμεε, καὶ ἄλλα λέγων ἐς αὐτὸν θυμαλγέα ἔπεα, καὶ δὴ καὶ εἴρετό μιν πρὸς τὸ ἑωυτοῦ δεῖπνον, τὸ μιν ἐκεῖνος σαρξὶ τοῦ παιδὸς ἐθοίνησε, ὅ τι εἰή ἡ ἐκείνου δουλοσύνη ἀντὶ τῆς βασιληίης. (Herodotus, The Histories, book 1, chapter 129 2:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 1, chapter 129 2:1)

  • οἱ δὲ Φωκαιέες περιημεκτέοντες τῇ δουλοσύνη ἔφασαν θέλειν βουλεύσασθαι ἡμέρην μίαν καὶ ἔπειτα ὑποκρινέεσθαι: (Herodotus, The Histories, book 1, chapter 164 3:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 1, chapter 164 3:1)

  • Ἀράβιοι δὲ οὐδαμὰ κατήκουσαν ἐπὶ δουλοσύνῃ Πέρσῃσι, ἀλλὰ ξεῖνοι ἐγένοντο παρέντες Καμβύσεα ἐπ Αἴγυπτον: (Herodotus, The Histories, book 3, chapter 88 2:2)

    (헤로도토스, The Histories, book 3, chapter 88 2:2)

  • τότε δὲ πεμφθεὶς ὑπὸ τῶν στρατηγῶν ὁ Φειδιππίδης οὗτος, ὅτε πέρ οἱ ἔφη καὶ τὸν Πᾶνα φανῆναι, δευτεραῖος ἐκ τοῦ Ἀθηναίων ἄστεος ἦν ἐν Σπάρτῃ, ἀπικόμενος δὲ ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας ἔλεγε "ὦ Λακεδαιμόνιοι, Ἀθηναῖοι ὑμέων δέονται σφίσι βοηθῆσαι καὶ μὴ περιιδεῖν πόλιν ἀρχαιοτάτην ἐν τοῖσι Ἕλλησι δουλοσύνῃ περιπεσοῦσαν πρὸς ἀνδρῶν βαρβάρων: (Herodotus, The Histories, book 6, chapter 106 2:1)

    (헤로도토스, The Histories, book 6, chapter 106 2:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION