헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διασπείρω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διασπείρω διασπερῶ

형태분석: δια (접두사) + σπείρ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 낭비하다, 헤프게 쓰다, 뿌리다, 탕진하다, 무절제하게 소모하다
  1. to scatter abroad, throw about, to squander, to be scattered abroad

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διασπείρω

(나는) 낭비한다

διασπείρεις

(너는) 낭비한다

διασπείρει

(그는) 낭비한다

쌍수 διασπείρετον

(너희 둘은) 낭비한다

διασπείρετον

(그 둘은) 낭비한다

복수 διασπείρομεν

(우리는) 낭비한다

διασπείρετε

(너희는) 낭비한다

διασπείρουσιν*

(그들은) 낭비한다

접속법단수 διασπείρω

(나는) 낭비하자

διασπείρῃς

(너는) 낭비하자

διασπείρῃ

(그는) 낭비하자

쌍수 διασπείρητον

(너희 둘은) 낭비하자

διασπείρητον

(그 둘은) 낭비하자

복수 διασπείρωμεν

(우리는) 낭비하자

διασπείρητε

(너희는) 낭비하자

διασπείρωσιν*

(그들은) 낭비하자

기원법단수 διασπείροιμι

(나는) 낭비하기를 (바라다)

διασπείροις

(너는) 낭비하기를 (바라다)

διασπείροι

(그는) 낭비하기를 (바라다)

쌍수 διασπείροιτον

(너희 둘은) 낭비하기를 (바라다)

διασπειροίτην

(그 둘은) 낭비하기를 (바라다)

복수 διασπείροιμεν

(우리는) 낭비하기를 (바라다)

διασπείροιτε

(너희는) 낭비하기를 (바라다)

διασπείροιεν

(그들은) 낭비하기를 (바라다)

명령법단수 διασπείρε

(너는) 낭비해라

διασπειρέτω

(그는) 낭비해라

쌍수 διασπείρετον

(너희 둘은) 낭비해라

διασπειρέτων

(그 둘은) 낭비해라

복수 διασπείρετε

(너희는) 낭비해라

διασπειρόντων, διασπειρέτωσαν

(그들은) 낭비해라

부정사 διασπείρειν

낭비하는 것

분사 남성여성중성
διασπειρων

διασπειροντος

διασπειρουσα

διασπειρουσης

διασπειρον

διασπειροντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διασπείρομαι

(나는) 낭비된다

διασπείρει, διασπείρῃ

(너는) 낭비된다

διασπείρεται

(그는) 낭비된다

쌍수 διασπείρεσθον

(너희 둘은) 낭비된다

διασπείρεσθον

(그 둘은) 낭비된다

복수 διασπειρόμεθα

(우리는) 낭비된다

διασπείρεσθε

(너희는) 낭비된다

διασπείρονται

(그들은) 낭비된다

접속법단수 διασπείρωμαι

(나는) 낭비되자

διασπείρῃ

(너는) 낭비되자

διασπείρηται

(그는) 낭비되자

쌍수 διασπείρησθον

(너희 둘은) 낭비되자

διασπείρησθον

(그 둘은) 낭비되자

복수 διασπειρώμεθα

(우리는) 낭비되자

διασπείρησθε

(너희는) 낭비되자

διασπείρωνται

(그들은) 낭비되자

기원법단수 διασπειροίμην

(나는) 낭비되기를 (바라다)

διασπείροιο

(너는) 낭비되기를 (바라다)

διασπείροιτο

(그는) 낭비되기를 (바라다)

쌍수 διασπείροισθον

(너희 둘은) 낭비되기를 (바라다)

διασπειροίσθην

(그 둘은) 낭비되기를 (바라다)

복수 διασπειροίμεθα

(우리는) 낭비되기를 (바라다)

διασπείροισθε

(너희는) 낭비되기를 (바라다)

διασπείροιντο

(그들은) 낭비되기를 (바라다)

명령법단수 διασπείρου

(너는) 낭비되어라

διασπειρέσθω

(그는) 낭비되어라

쌍수 διασπείρεσθον

(너희 둘은) 낭비되어라

διασπειρέσθων

(그 둘은) 낭비되어라

복수 διασπείρεσθε

(너희는) 낭비되어라

διασπειρέσθων, διασπειρέσθωσαν

(그들은) 낭비되어라

부정사 διασπείρεσθαι

낭비되는 것

분사 남성여성중성
διασπειρομενος

διασπειρομενου

διασπειρομενη

διασπειρομενης

διασπειρομενον

διασπειρομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διέσπειρον

(나는) 낭비하고 있었다

διέσπειρες

(너는) 낭비하고 있었다

διέσπειρεν*

(그는) 낭비하고 있었다

쌍수 διεσπείρετον

(너희 둘은) 낭비하고 있었다

διεσπειρέτην

(그 둘은) 낭비하고 있었다

복수 διεσπείρομεν

(우리는) 낭비하고 있었다

διεσπείρετε

(너희는) 낭비하고 있었다

διέσπειρον

(그들은) 낭비하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεσπειρόμην

(나는) 낭비되고 있었다

διεσπείρου

(너는) 낭비되고 있었다

διεσπείρετο

(그는) 낭비되고 있었다

쌍수 διεσπείρεσθον

(너희 둘은) 낭비되고 있었다

διεσπειρέσθην

(그 둘은) 낭비되고 있었다

복수 διεσπειρόμεθα

(우리는) 낭비되고 있었다

διεσπείρεσθε

(너희는) 낭비되고 있었다

διεσπείροντο

(그들은) 낭비되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν γὰρ διὰ μέσου πᾶσαν ὁ Μέλασ ποταμόσ εὐθὺσ ἐκ πηγῶν εἰσ ἕλη πλωτὰ καὶ λίμνασ διασπειρόμενοσ ἄπορον ἐποίει. (Plutarch, Pelopidas, chapter 16 3:1)

    (플루타르코스, Pelopidas, chapter 16 3:1)

유의어

  1. 낭비하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION