고전 발음: [] 신약 발음: []
기본형: διαθερμαίνω διαθερμανῶ
형태분석: δια (접두사) + θερμαίν (어간) + ω (인칭어미)
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διαθερμαίνω (나는) 완전히 따뜻하다 |
διαθερμαίνεις (너는) 완전히 따뜻하다 |
διαθερμαίνει (그는) 완전히 따뜻하다 |
쌍수 | διαθερμαίνετον (너희 둘은) 완전히 따뜻하다 |
διαθερμαίνετον (그 둘은) 완전히 따뜻하다 |
||
복수 | διαθερμαίνομεν (우리는) 완전히 따뜻하다 |
διαθερμαίνετε (너희는) 완전히 따뜻하다 |
διαθερμαίνουσιν* (그들은) 완전히 따뜻하다 |
|
접속법 | 단수 | διαθερμαίνω (나는) 완전히 따뜻하자 |
διαθερμαίνῃς (너는) 완전히 따뜻하자 |
διαθερμαίνῃ (그는) 완전히 따뜻하자 |
쌍수 | διαθερμαίνητον (너희 둘은) 완전히 따뜻하자 |
διαθερμαίνητον (그 둘은) 완전히 따뜻하자 |
||
복수 | διαθερμαίνωμεν (우리는) 완전히 따뜻하자 |
διαθερμαίνητε (너희는) 완전히 따뜻하자 |
διαθερμαίνωσιν* (그들은) 완전히 따뜻하자 |
|
기원법 | 단수 | διαθερμαίνοιμι (나는) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
διαθερμαίνοις (너는) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
διαθερμαίνοι (그는) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
쌍수 | διαθερμαίνοιτον (너희 둘은) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
διαθερμαινοίτην (그 둘은) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
||
복수 | διαθερμαίνοιμεν (우리는) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
διαθερμαίνοιτε (너희는) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
διαθερμαίνοιεν (그들은) 완전히 따뜻하기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | διαθέρμαινε (너는) 완전히 따뜻해라 |
διαθερμαινέτω (그는) 완전히 따뜻해라 |
|
쌍수 | διαθερμαίνετον (너희 둘은) 완전히 따뜻해라 |
διαθερμαινέτων (그 둘은) 완전히 따뜻해라 |
||
복수 | διαθερμαίνετε (너희는) 완전히 따뜻해라 |
διαθερμαινόντων, διαθερμαινέτωσαν (그들은) 완전히 따뜻해라 |
||
부정사 | διαθερμαίνειν 완전히 따뜻하는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διαθερμαινων διαθερμαινοντος | διαθερμαινουσα διαθερμαινουσης | διαθερμαινον διαθερμαινοντος | ||
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διαθερμαίνομαι (나는) 완전히 따뜻해지다 |
διαθερμαίνει, διαθερμαίνῃ (너는) 완전히 따뜻해지다 |
διαθερμαίνεται (그는) 완전히 따뜻해지다 |
쌍수 | διαθερμαίνεσθον (너희 둘은) 완전히 따뜻해지다 |
διαθερμαίνεσθον (그 둘은) 완전히 따뜻해지다 |
||
복수 | διαθερμαινόμεθα (우리는) 완전히 따뜻해지다 |
διαθερμαίνεσθε (너희는) 완전히 따뜻해지다 |
διαθερμαίνονται (그들은) 완전히 따뜻해지다 |
|
접속법 | 단수 | διαθερμαίνωμαι (나는) 완전히 따뜻해지자 |
διαθερμαίνῃ (너는) 완전히 따뜻해지자 |
διαθερμαίνηται (그는) 완전히 따뜻해지자 |
쌍수 | διαθερμαίνησθον (너희 둘은) 완전히 따뜻해지자 |
διαθερμαίνησθον (그 둘은) 완전히 따뜻해지자 |
||
복수 | διαθερμαινώμεθα (우리는) 완전히 따뜻해지자 |
διαθερμαίνησθε (너희는) 완전히 따뜻해지자 |
διαθερμαίνωνται (그들은) 완전히 따뜻해지자 |
|
기원법 | 단수 | διαθερμαινοίμην (나는) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
διαθερμαίνοιο (너는) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
διαθερμαίνοιτο (그는) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
쌍수 | διαθερμαίνοισθον (너희 둘은) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
διαθερμαινοίσθην (그 둘은) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
||
복수 | διαθερμαινοίμεθα (우리는) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
διαθερμαίνοισθε (너희는) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
διαθερμαίνοιντο (그들은) 완전히 따뜻해지기를 (바라다) |
|
명령법 | 단수 | διαθερμαίνου (너는) 완전히 따뜻해져라 |
διαθερμαινέσθω (그는) 완전히 따뜻해져라 |
|
쌍수 | διαθερμαίνεσθον (너희 둘은) 완전히 따뜻해져라 |
διαθερμαινέσθων (그 둘은) 완전히 따뜻해져라 |
||
복수 | διαθερμαίνεσθε (너희는) 완전히 따뜻해져라 |
διαθερμαινέσθων, διαθερμαινέσθωσαν (그들은) 완전히 따뜻해져라 |
||
부정사 | διαθερμαίνεσθαι 완전히 따뜻해지는 것 |
|||
분사 | 남성 | 여성 | 중성 | |
διαθερμαινομενος διαθερμαινομενου | διαθερμαινομενη διαθερμαινομενης | διαθερμαινομενον διαθερμαινομενου |
능동태 | ||||
---|---|---|---|---|
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διεθέρμαινον (나는) 완전히 따뜻하고 있었다 |
διεθέρμαινες (너는) 완전히 따뜻하고 있었다 |
διεθέρμαινεν* (그는) 완전히 따뜻하고 있었다 |
쌍수 | διεθερμαίνετον (너희 둘은) 완전히 따뜻하고 있었다 |
διεθερμαινέτην (그 둘은) 완전히 따뜻하고 있었다 |
||
복수 | διεθερμαίνομεν (우리는) 완전히 따뜻하고 있었다 |
διεθερμαίνετε (너희는) 완전히 따뜻하고 있었다 |
διεθέρμαινον (그들은) 완전히 따뜻하고 있었다 |
|
중간태/수동태 | ||||
1인칭 | 2인칭 | 3인칭 | ||
직설법 | 단수 | διεθερμαινόμην (나는) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
διεθερμαίνου (너는) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
διεθερμαίνετο (그는) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
쌍수 | διεθερμαίνεσθον (너희 둘은) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
διεθερμαινέσθην (그 둘은) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
||
복수 | διεθερμαινόμεθα (우리는) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
διεθερμαίνεσθε (너희는) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
διεθερμαίνοντο (그들은) 완전히 따뜻해지고 있었다 |
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
(데모스테네스, Speeches 11-20,
출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기고전 발음: [] 신약 발음: []
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기