- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαμετρητός?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: diametrētos 고전 발음: [디아메레:또] 신약 발음: [디아매레또]

기본형: διαμετρητός διαμετρητή διαμετρητόν

형태분석: διαμετρητ (어간) + ος (어미)

어원: from διαμετρέω

  1. measured out or off

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 διαμετρητός

(이)가

διαμετρητή

(이)가

διαμετρητόν

(것)가

속격 διαμετρητοῦ

(이)의

διαμετρητῆς

(이)의

διαμετρητοῦ

(것)의

여격 διαμετρητῷ

(이)에게

διαμετρητῇ

(이)에게

διαμετρητῷ

(것)에게

대격 διαμετρητόν

(이)를

διαμετρητήν

(이)를

διαμετρητόν

(것)를

호격 διαμετρητέ

(이)야

διαμετρητή

(이)야

διαμετρητόν

(것)야

쌍수주/대/호 διαμετρητώ

(이)들이

διαμετρητά

(이)들이

διαμετρητώ

(것)들이

속/여 διαμετρητοῖν

(이)들의

διαμετρηταῖν

(이)들의

διαμετρητοῖν

(것)들의

복수주격 διαμετρητοί

(이)들이

διαμετρηταί

(이)들이

διαμετρητά

(것)들이

속격 διαμετρητῶν

(이)들의

διαμετρητῶν

(이)들의

διαμετρητῶν

(것)들의

여격 διαμετρητοῖς

(이)들에게

διαμετρηταῖς

(이)들에게

διαμετρητοῖς

(것)들에게

대격 διαμετρητούς

(이)들을

διαμετρητάς

(이)들을

διαμετρητά

(것)들을

호격 διαμετρητοί

(이)들아

διαμετρηταί

(이)들아

διαμετρητά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καί ῥ ἐγγὺς στήτην διαμετρητῷ ἐνὶ χώρῳ σείοντ ἐγχείας ἀλλήλοισιν κοτέοντε. (Homer, Iliad, Book 3 41:3)

    (호메로스, 일리아스, Book 3 41:3)

유의어

  1. measured out or off

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION