Ancient Greek-English Dictionary Language

ξιφοκτόνος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ξιφοκτόνος ξιφοκτόνον

Structure: ξιφοκτον (Stem) + ος (Ending)

Etym.: ktei/nw

Sense

  1. slaying with the sword

Examples

  • ‐ φόνιον αἰώρημα διὰ δέρησ ὀρέξομαι, ἢ ξιφοκτόνον δίωγμα λαιμορρύτου σφαγᾶσ αὐτοσίδαρον ἔσω πελάσω διὰ σαρκὸσ ἅμιλλαν, θῦμα τριζύγοισ θεαῖσι τῷ τε σήραγγασ Ἰδαί ασ ἐνίζοντι Πριαμί δᾳ ποτ’ ἀμφὶ βουστάθμουσ. (Euripides, Helen, episode, lyric11)
  • ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρασ ξιφοκτόνουσ. (Sophocles, Ajax, episode 1:4)

Synonyms

  1. slaying with the sword

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION