헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βραχύνω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βραχύνω

형태분석: βραχύν (어간) + ω (인칭어미)

  1. 줄이다, 줄여쓰다, 제한하다
  1. to shorten, to use as a short syllable

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 βραχύνω

(나는) 줄인다

βραχύνεις

(너는) 줄인다

βραχύνει

(그는) 줄인다

쌍수 βραχύνετον

(너희 둘은) 줄인다

βραχύνετον

(그 둘은) 줄인다

복수 βραχύνομεν

(우리는) 줄인다

βραχύνετε

(너희는) 줄인다

βραχύνουσιν*

(그들은) 줄인다

접속법단수 βραχύνω

(나는) 줄이자

βραχύνῃς

(너는) 줄이자

βραχύνῃ

(그는) 줄이자

쌍수 βραχύνητον

(너희 둘은) 줄이자

βραχύνητον

(그 둘은) 줄이자

복수 βραχύνωμεν

(우리는) 줄이자

βραχύνητε

(너희는) 줄이자

βραχύνωσιν*

(그들은) 줄이자

기원법단수 βραχύνοιμι

(나는) 줄이기를 (바라다)

βραχύνοις

(너는) 줄이기를 (바라다)

βραχύνοι

(그는) 줄이기를 (바라다)

쌍수 βραχύνοιτον

(너희 둘은) 줄이기를 (바라다)

βραχυνοίτην

(그 둘은) 줄이기를 (바라다)

복수 βραχύνοιμεν

(우리는) 줄이기를 (바라다)

βραχύνοιτε

(너희는) 줄이기를 (바라다)

βραχύνοιεν

(그들은) 줄이기를 (바라다)

명령법단수 βράχυνε

(너는) 줄여라

βραχυνέτω

(그는) 줄여라

쌍수 βραχύνετον

(너희 둘은) 줄여라

βραχυνέτων

(그 둘은) 줄여라

복수 βραχύνετε

(너희는) 줄여라

βραχυνόντων, βραχυνέτωσαν

(그들은) 줄여라

부정사 βραχύνειν

줄이는 것

분사 남성여성중성
βραχυνων

βραχυνοντος

βραχυνουσα

βραχυνουσης

βραχυνον

βραχυνοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 βραχύνομαι

(나는) 준다

βραχύνει, βραχύνῃ

(너는) 준다

βραχύνεται

(그는) 준다

쌍수 βραχύνεσθον

(너희 둘은) 준다

βραχύνεσθον

(그 둘은) 준다

복수 βραχυνόμεθα

(우리는) 준다

βραχύνεσθε

(너희는) 준다

βραχύνονται

(그들은) 준다

접속법단수 βραχύνωμαι

(나는) 줄자

βραχύνῃ

(너는) 줄자

βραχύνηται

(그는) 줄자

쌍수 βραχύνησθον

(너희 둘은) 줄자

βραχύνησθον

(그 둘은) 줄자

복수 βραχυνώμεθα

(우리는) 줄자

βραχύνησθε

(너희는) 줄자

βραχύνωνται

(그들은) 줄자

기원법단수 βραχυνοίμην

(나는) 줄기를 (바라다)

βραχύνοιο

(너는) 줄기를 (바라다)

βραχύνοιτο

(그는) 줄기를 (바라다)

쌍수 βραχύνοισθον

(너희 둘은) 줄기를 (바라다)

βραχυνοίσθην

(그 둘은) 줄기를 (바라다)

복수 βραχυνοίμεθα

(우리는) 줄기를 (바라다)

βραχύνοισθε

(너희는) 줄기를 (바라다)

βραχύνοιντο

(그들은) 줄기를 (바라다)

명령법단수 βραχύνου

(너는) 줄어라

βραχυνέσθω

(그는) 줄어라

쌍수 βραχύνεσθον

(너희 둘은) 줄어라

βραχυνέσθων

(그 둘은) 줄어라

복수 βραχύνεσθε

(너희는) 줄어라

βραχυνέσθων, βραχυνέσθωσαν

(그들은) 줄어라

부정사 βραχύνεσθαι

주는 것

분사 남성여성중성
βραχυνομενος

βραχυνομενου

βραχυνομενη

βραχυνομενης

βραχυνομενον

βραχυνομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐβράχυνον

(나는) 줄이고 있었다

ἐβράχυνες

(너는) 줄이고 있었다

ἐβράχυνεν*

(그는) 줄이고 있었다

쌍수 ἐβραχύνετον

(너희 둘은) 줄이고 있었다

ἐβραχυνέτην

(그 둘은) 줄이고 있었다

복수 ἐβραχύνομεν

(우리는) 줄이고 있었다

ἐβραχύνετε

(너희는) 줄이고 있었다

ἐβράχυνον

(그들은) 줄이고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐβραχυνόμην

(나는) 줄고 있었다

ἐβραχύνου

(너는) 줄고 있었다

ἐβραχύνετο

(그는) 줄고 있었다

쌍수 ἐβραχύνεσθον

(너희 둘은) 줄고 있었다

ἐβραχυνέσθην

(그 둘은) 줄고 있었다

복수 ἐβραχυνόμεθα

(우리는) 줄고 있었다

ἐβραχύνεσθε

(너희는) 줄고 있었다

ἐβραχύνοντο

(그들은) 줄고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Τοὺσ δὲ παροξυσμοὺσ καὶ τὰσ καταστάσιασ δηλώσουσιν αἱ νοῦσοι, καὶ αἱ ὡρ͂αι τοῦ ἔτεοσ, καὶ αἱ τῶν περιόδων πρὸσ ἀλλήλασ ἀνταποδόσιεσ, ἤν τε καθ’ ἡμέρην, ἤν τε παρ’ ἡμέρην, ἤν τε καὶ διὰ πλείονοσ χρόνου γίγνωνται‧ ἀτὰρ καὶ τοῖσιν ἐπιφαινομένοισιν, οἱο͂ν ἐν πλευριτικοῖσι πτύελον ἢν μὲν αὐτίκα ἐπιφαίνηται, ἀρχομένου, βραχύνει, ἢν δ’ ὕστερον ἐπιφαίνηται, μηκύνει‧ καὶ οὖρα καὶ ὑποχωρήματα καὶ ἱδρῶτεσ, καὶ δύσκριτα καὶ εὔκριτα, καὶ βραχέα καὶ μακρὰ τὰ νοσήματα, ἐπιφαινόμενα, δηλοῖ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 25.18)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., AFORISMOI., 25.18)

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION