- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀτόλμητος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: atolmētos 고전 발음: [아똘메:또] 신약 발음: [아똘메또]

기본형: ἀτόλμητος ἀτόλμητη ἀτόλμητον

형태분석: (접두사) + τολμητ (어간) + ος (어미)

  1. not to be endured, insufferable

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀτόλμητος

(이)가

ἀτόλμήτη

(이)가

ἀτόλμητον

(것)가

속격 ἀτολμήτου

(이)의

ἀτόλμήτης

(이)의

ἀτολμήτου

(것)의

여격 ἀτολμήτῳ

(이)에게

ἀτόλμήτῃ

(이)에게

ἀτολμήτῳ

(것)에게

대격 ἀτόλμητον

(이)를

ἀτόλμήτην

(이)를

ἀτόλμητον

(것)를

호격 ἀτόλμητε

(이)야

ἀτόλμήτη

(이)야

ἀτόλμητον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀτολμήτω

(이)들이

ἀτόλμήτα

(이)들이

ἀτολμήτω

(것)들이

속/여 ἀτολμήτοιν

(이)들의

ἀτόλμήταιν

(이)들의

ἀτολμήτοιν

(것)들의

복수주격 ἀτόλμητοι

(이)들이

ἀτόλμηται

(이)들이

ἀτόλμητα

(것)들이

속격 ἀτολμήτων

(이)들의

ἀτόλμητῶν

(이)들의

ἀτολμήτων

(것)들의

여격 ἀτολμήτοις

(이)들에게

ἀτόλμήταις

(이)들에게

ἀτολμήτοις

(것)들에게

대격 ἀτολμήτους

(이)들을

ἀτόλμήτας

(이)들을

ἀτόλμητα

(것)들을

호격 ἀτόλμητοι

(이)들아

ἀτόλμηται

(이)들아

ἀτόλμητα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πέφανται δ ἐκτίνους ἀτολμήτων ἀρὴ πνεόντων μεῖζον ἢ δικαίως, φλεόντων δωμάτων ὑπέρφευ ὑπὲρ τὸ βέλτιστον. (Aeschylus, Agamemnon, choral, strophe 15)

    (아이스킬로스, 아가멤논, choral, strophe 15)

  • ἔπειτα δὲ οὐδὲν αὐτοῖς ἀτόλμητον οὐδ ἄπορόν ἐστιν, ἀλλὰ θεοὺς ἀπὸ μηχανῆς αἴρουσι, καὶ εἰς πλοῦν ἐμβιβάζουσι συμπλεῖν οἷς ἂν αὐτοῖς δοκῇ, καὶ ποιοῦσιν οὐ μόνον συγκαθημένους, ἂν οὕτω τύχῃ, τοῖς ἀνθρώποις, ἀλλὰ καὶ συμπίνοντας καὶ λύχνους ἔχοντας φῶς ποιοῦντας. (Aristides, Aelius, Orationes, 1:5)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 1:5)

유의어

  1. not to be endured

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION