헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποστυγέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀποστυγέω

형태분석: ἀπο (접두사) + στυγέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 혐오하다, 싫어하다, 질색하다, 몹시 싫어하다, 미워하다
  1. to hate violently, abhor, loathe, to be disgusted

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποστύγω

(나는) 혐오한다

ἀποστύγεις

(너는) 혐오한다

ἀποστύγει

(그는) 혐오한다

쌍수 ἀποστύγειτον

(너희 둘은) 혐오한다

ἀποστύγειτον

(그 둘은) 혐오한다

복수 ἀποστύγουμεν

(우리는) 혐오한다

ἀποστύγειτε

(너희는) 혐오한다

ἀποστύγουσιν*

(그들은) 혐오한다

접속법단수 ἀποστύγω

(나는) 혐오하자

ἀποστύγῃς

(너는) 혐오하자

ἀποστύγῃ

(그는) 혐오하자

쌍수 ἀποστύγητον

(너희 둘은) 혐오하자

ἀποστύγητον

(그 둘은) 혐오하자

복수 ἀποστύγωμεν

(우리는) 혐오하자

ἀποστύγητε

(너희는) 혐오하자

ἀποστύγωσιν*

(그들은) 혐오하자

기원법단수 ἀποστύγοιμι

(나는) 혐오하기를 (바라다)

ἀποστύγοις

(너는) 혐오하기를 (바라다)

ἀποστύγοι

(그는) 혐오하기를 (바라다)

쌍수 ἀποστύγοιτον

(너희 둘은) 혐오하기를 (바라다)

ἀποστυγοίτην

(그 둘은) 혐오하기를 (바라다)

복수 ἀποστύγοιμεν

(우리는) 혐오하기를 (바라다)

ἀποστύγοιτε

(너희는) 혐오하기를 (바라다)

ἀποστύγοιεν

(그들은) 혐오하기를 (바라다)

명령법단수 ἀποστῦγει

(너는) 혐오해라

ἀποστυγεῖτω

(그는) 혐오해라

쌍수 ἀποστύγειτον

(너희 둘은) 혐오해라

ἀποστυγεῖτων

(그 둘은) 혐오해라

복수 ἀποστύγειτε

(너희는) 혐오해라

ἀποστυγοῦντων, ἀποστυγεῖτωσαν

(그들은) 혐오해라

부정사 ἀποστύγειν

혐오하는 것

분사 남성여성중성
ἀποστυγων

ἀποστυγουντος

ἀποστυγουσα

ἀποστυγουσης

ἀποστυγουν

ἀποστυγουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποστύγουμαι

(나는) 혐오된다

ἀποστύγει, ἀποστύγῃ

(너는) 혐오된다

ἀποστύγειται

(그는) 혐오된다

쌍수 ἀποστύγεισθον

(너희 둘은) 혐오된다

ἀποστύγεισθον

(그 둘은) 혐오된다

복수 ἀποστυγοῦμεθα

(우리는) 혐오된다

ἀποστύγεισθε

(너희는) 혐오된다

ἀποστύγουνται

(그들은) 혐오된다

접속법단수 ἀποστύγωμαι

(나는) 혐오되자

ἀποστύγῃ

(너는) 혐오되자

ἀποστύγηται

(그는) 혐오되자

쌍수 ἀποστύγησθον

(너희 둘은) 혐오되자

ἀποστύγησθον

(그 둘은) 혐오되자

복수 ἀποστυγώμεθα

(우리는) 혐오되자

ἀποστύγησθε

(너희는) 혐오되자

ἀποστύγωνται

(그들은) 혐오되자

기원법단수 ἀποστυγοίμην

(나는) 혐오되기를 (바라다)

ἀποστύγοιο

(너는) 혐오되기를 (바라다)

ἀποστύγοιτο

(그는) 혐오되기를 (바라다)

쌍수 ἀποστύγοισθον

(너희 둘은) 혐오되기를 (바라다)

ἀποστυγοίσθην

(그 둘은) 혐오되기를 (바라다)

복수 ἀποστυγοίμεθα

(우리는) 혐오되기를 (바라다)

ἀποστύγοισθε

(너희는) 혐오되기를 (바라다)

ἀποστύγοιντο

(그들은) 혐오되기를 (바라다)

명령법단수 ἀποστύγου

(너는) 혐오되어라

ἀποστυγεῖσθω

(그는) 혐오되어라

쌍수 ἀποστύγεισθον

(너희 둘은) 혐오되어라

ἀποστυγεῖσθων

(그 둘은) 혐오되어라

복수 ἀποστύγεισθε

(너희는) 혐오되어라

ἀποστυγεῖσθων, ἀποστυγεῖσθωσαν

(그들은) 혐오되어라

부정사 ἀποστύγεισθαι

혐오되는 것

분사 남성여성중성
ἀποστυγουμενος

ἀποστυγουμενου

ἀποστυγουμενη

ἀποστυγουμενης

ἀποστυγουμενον

ἀποστυγουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεστῦγουν

(나는) 혐오하고 있었다

ἀπεστῦγεις

(너는) 혐오하고 있었다

ἀπεστῦγειν*

(그는) 혐오하고 있었다

쌍수 ἀπεστύγειτον

(너희 둘은) 혐오하고 있었다

ἀπεστυγεῖτην

(그 둘은) 혐오하고 있었다

복수 ἀπεστύγουμεν

(우리는) 혐오하고 있었다

ἀπεστύγειτε

(너희는) 혐오하고 있었다

ἀπεστῦγουν

(그들은) 혐오하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεστυγοῦμην

(나는) 혐오되고 있었다

ἀπεστύγου

(너는) 혐오되고 있었다

ἀπεστύγειτο

(그는) 혐오되고 있었다

쌍수 ἀπεστύγεισθον

(너희 둘은) 혐오되고 있었다

ἀπεστυγεῖσθην

(그 둘은) 혐오되고 있었다

복수 ἀπεστυγοῦμεθα

(우리는) 혐오되고 있었다

ἀπεστύγεισθε

(너희는) 혐오되고 있었다

ἀπεστύγουντο

(그들은) 혐오되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION