헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπολαμπρύνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀπολαμπρύνω

형태분석: ἀπο (접두사) + λαμπρύν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to make famous, to become so

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπολαμπρύνω

ἀπολαμπρύνεις

ἀπολαμπρύνει

쌍수 ἀπολαμπρύνετον

ἀπολαμπρύνετον

복수 ἀπολαμπρύνομεν

ἀπολαμπρύνετε

ἀπολαμπρύνουσιν*

접속법단수 ἀπολαμπρύνω

ἀπολαμπρύνῃς

ἀπολαμπρύνῃ

쌍수 ἀπολαμπρύνητον

ἀπολαμπρύνητον

복수 ἀπολαμπρύνωμεν

ἀπολαμπρύνητε

ἀπολαμπρύνωσιν*

기원법단수 ἀπολαμπρύνοιμι

ἀπολαμπρύνοις

ἀπολαμπρύνοι

쌍수 ἀπολαμπρύνοιτον

ἀπολαμπρυνοίτην

복수 ἀπολαμπρύνοιμεν

ἀπολαμπρύνοιτε

ἀπολαμπρύνοιεν

명령법단수 ἀπολάμπρυνε

ἀπολαμπρυνέτω

쌍수 ἀπολαμπρύνετον

ἀπολαμπρυνέτων

복수 ἀπολαμπρύνετε

ἀπολαμπρυνόντων, ἀπολαμπρυνέτωσαν

부정사 ἀπολαμπρύνειν

분사 남성여성중성
ἀπολαμπρυνων

ἀπολαμπρυνοντος

ἀπολαμπρυνουσα

ἀπολαμπρυνουσης

ἀπολαμπρυνον

ἀπολαμπρυνοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπολαμπρύνομαι

ἀπολαμπρύνει, ἀπολαμπρύνῃ

ἀπολαμπρύνεται

쌍수 ἀπολαμπρύνεσθον

ἀπολαμπρύνεσθον

복수 ἀπολαμπρυνόμεθα

ἀπολαμπρύνεσθε

ἀπολαμπρύνονται

접속법단수 ἀπολαμπρύνωμαι

ἀπολαμπρύνῃ

ἀπολαμπρύνηται

쌍수 ἀπολαμπρύνησθον

ἀπολαμπρύνησθον

복수 ἀπολαμπρυνώμεθα

ἀπολαμπρύνησθε

ἀπολαμπρύνωνται

기원법단수 ἀπολαμπρυνοίμην

ἀπολαμπρύνοιο

ἀπολαμπρύνοιτο

쌍수 ἀπολαμπρύνοισθον

ἀπολαμπρυνοίσθην

복수 ἀπολαμπρυνοίμεθα

ἀπολαμπρύνοισθε

ἀπολαμπρύνοιντο

명령법단수 ἀπολαμπρύνου

ἀπολαμπρυνέσθω

쌍수 ἀπολαμπρύνεσθον

ἀπολαμπρυνέσθων

복수 ἀπολαμπρύνεσθε

ἀπολαμπρυνέσθων, ἀπολαμπρυνέσθωσαν

부정사 ἀπολαμπρύνεσθαι

분사 남성여성중성
ἀπολαμπρυνομενος

ἀπολαμπρυνομενου

ἀπολαμπρυνομενη

ἀπολαμπρυνομενης

ἀπολαμπρυνομενον

ἀπολαμπρυνομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to make famous

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION