헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνθυποκρίνομαι

비축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνθυποκρίνομαι

형태분석: ἀνθυποκρίν (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. to answer in return
  2. to put on in turn

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀνθυποκρίνομαι

ἀνθυποκρίνει, ἀνθυποκρίνῃ

ἀνθυποκρίνεται

쌍수 ἀνθυποκρίνεσθον

ἀνθυποκρίνεσθον

복수 ἀνθυποκρινόμεθα

ἀνθυποκρίνεσθε

ἀνθυποκρίνονται

접속법단수 ἀνθυποκρίνωμαι

ἀνθυποκρίνῃ

ἀνθυποκρίνηται

쌍수 ἀνθυποκρίνησθον

ἀνθυποκρίνησθον

복수 ἀνθυποκρινώμεθα

ἀνθυποκρίνησθε

ἀνθυποκρίνωνται

기원법단수 ἀνθυποκρινοίμην

ἀνθυποκρίνοιο

ἀνθυποκρίνοιτο

쌍수 ἀνθυποκρίνοισθον

ἀνθυποκρινοίσθην

복수 ἀνθυποκρινοίμεθα

ἀνθυποκρίνοισθε

ἀνθυποκρίνοιντο

명령법단수 ἀνθυποκρίνου

ἀνθυποκρινέσθω

쌍수 ἀνθυποκρίνεσθον

ἀνθυποκρινέσθων

복수 ἀνθυποκρίνεσθε

ἀνθυποκρινέσθων, ἀνθυποκρινέσθωσαν

부정사 ἀνθυποκρίνεσθαι

분사 남성여성중성
ἀνθυποκρινομενος

ἀνθυποκρινομενου

ἀνθυποκρινομενη

ἀνθυποκρινομενης

ἀνθυποκρινομενον

ἀνθυποκρινομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Παλαμήδησ γὰρ ὁ τοῦ Ναυπλίου συνεὶσ τὸ γιγνόμενον, ἁρπάσασ τὸν Τηλέμαχον ἀπειλεῖ φονεύσειν πρόκωπον ἔχων τὸ ξίφοσ, καὶ πρὸσ τὴν τῆσ μανίασ ὑπόκρισιν ὀργὴν καὶ οὗτοσ ἀνθυποκρίνεται. (Lucian, De Domo, (no name) 30:3)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 30:3)

유의어

  1. to answer in return

  2. to put on in turn

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION