Ancient Greek-English Dictionary Language

ἁλιτενής

Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἁλιτενής ἁλιτενές

Structure: ἁλιτενη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: a(/ls, tei/nw

Sense

  1. stretching along the sea, level, flat

Examples

  • κυρωθείσησ δὲ τῆσ γνώμησ σκάφοσ εὐτελὲσ ἐπ’ αὐτὸν ἐπέμπετο, ὡσ τῆσ θαλάσσησ οὔσησ ἁλιτενοῦσ καὶ μεγάλαισ ναυσὶν οὐκ εὐχεροῦσ, ὑπηρέται τέ τινεσ τῶν βασιλικῶν ἐνέβαινον ἐσ τὸ σκάφοσ. (Appian, The Civil Wars, book 2, chapter 12 2:8)
  • ἁλιτενοῦσ γὰρ πέτρασ τὸν εἴσπλουν διαλαμβανούσησ οὔτ’ εἰσπλεῦσαι δυνατόν ἐστιν εἰσ τὸν κόλπον οὔτ’ ἐκπλεῦσαι. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 44 1:3)
  • διὸ καὶ πρότερον διεστηκυίασ ἀπ’ ἀλλήλων πολὺ διάστημα, συναγαγεῖν τὸν πόρον εἰσ στενόν, ὅπωσ ἁλιτενοῦσ καὶ στενοῦ γενομένου κωλύηται τὰ μεγάλα κήτη διεκπίπτειν ἐκ τοῦ ὠκεανοῦ πρὸσ τὴν ἐντὸσ θάλατταν, ἅμα δὲ καὶ διὰ τὸ μέγεθοσ τῶν ἔργων μένῃ ἀείμνηστοσ ἡ δόξα τοῦ κατασκευάσαντοσ· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 4, chapter 18 5:1)

Synonyms

  1. stretching along the sea

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION