- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκηράσιος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: akērasios 고전 발음: [아께:라시오] 신약 발음: [아께라시오]

기본형: ἀκηράσιος ἀκηράσιη ἀκηράσιον

형태분석: (접두사) + κηρασι (어간) + ος (어미)

어원: epic form of ἀκήρατος

  1. 순수한
  2. 신선한, 푸른, 생생한, 맑은
  1. unmixed
  2. untouched, not yet grazed or mown, fresh

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀκηράσιος

순수한 (이)가

ἀκηράσία

순수한 (이)가

ἀκηράσιον

순수한 (것)가

속격 ἀκηρασίου

순수한 (이)의

ἀκηράσίας

순수한 (이)의

ἀκηρασίου

순수한 (것)의

여격 ἀκηρασίῳ

순수한 (이)에게

ἀκηράσίᾳ

순수한 (이)에게

ἀκηρασίῳ

순수한 (것)에게

대격 ἀκηράσιον

순수한 (이)를

ἀκηράσίαν

순수한 (이)를

ἀκηράσιον

순수한 (것)를

호격 ἀκηράσιε

순수한 (이)야

ἀκηράσία

순수한 (이)야

ἀκηράσιον

순수한 (것)야

쌍수주/대/호 ἀκηρασίω

순수한 (이)들이

ἀκηράσία

순수한 (이)들이

ἀκηρασίω

순수한 (것)들이

속/여 ἀκηρασίοιν

순수한 (이)들의

ἀκηράσίαιν

순수한 (이)들의

ἀκηρασίοιν

순수한 (것)들의

복수주격 ἀκηράσιοι

순수한 (이)들이

ἀκηράσιαι

순수한 (이)들이

ἀκηράσια

순수한 (것)들이

속격 ἀκηρασίων

순수한 (이)들의

ἀκηράσιῶν

순수한 (이)들의

ἀκηρασίων

순수한 (것)들의

여격 ἀκηρασίοις

순수한 (이)들에게

ἀκηράσίαις

순수한 (이)들에게

ἀκηρασίοις

순수한 (것)들에게

대격 ἀκηρασίους

순수한 (이)들을

ἀκηράσίας

순수한 (이)들을

ἀκηράσια

순수한 (것)들을

호격 ἀκηράσιοι

순수한 (이)들아

ἀκηράσιαι

순수한 (이)들아

ἀκηράσια

순수한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • αὐτὰρ ἄρ Ἑρμῆς Πιερίης ἀφίκανε θέων ὄρεα σκιόεντα, ἔνθα θεῶν μακάρων βόες ἄμβροτοι αὖλιν ἔχεσκον βοσκόμεναι λειμῶνας ἀκηρασίους, ἐρατεινούς. (Anonymous, Homeric Hymns, 8:2)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 8:2)

  • ᾗ γὰρ ἂν ὄμμα ῥίψῃς, ὡς ἰξῷ τοῦτο προσαμπέχεται, τῇ μὲν γὰρ Θεόδωρος ἄγει ποτὶ πίονα σαρκὸς ἀκμὴν καὶ γυίων ἄνθος ἀκηράσιον τῇ δὲ Φιλοκλῆος χρύσεον ῥέθος, ὃς τὸ καθ ὕψος οὐ μέγας, οὐρανίη δ ἀμφιτέθηλε χάρις. (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 932)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 932)

  • χρυσοῦ μέν μοι ἔδωκ ἐυεργέος ἑπτὰ τάλαντα, δῶκε δέ μοι κρητῆρα πανάργυρον, αὐτὰρ ἔπειτα οἶνον ἐν ἀμφιφορεῦσι δυώδεκα πᾶσιν ἀφύσσας ἡδὺν ἀκηράσιον, θεῖον ποτόν: (Homer, Odyssey, Book 9 16:5)

    (호메로스, 오디세이아, Book 9 16:5)

유의어

  1. 순수한

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION