- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀκατάλυτος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: akatalytos 고전 발음: [아까딸뤼또] 신약 발음: [아까딸뤼또]

기본형: ἀκατάλυτος ἀκατάλυτη ἀκατάλυτον

형태분석: ἀκαταλυτ (어간) + ος (어미)

어원: καταλύω

  1. indissoluble

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀκατάλυτος

(이)가

ἀκατάλύτη

(이)가

ἀκατάλυτον

(것)가

속격 ἀκαταλύτου

(이)의

ἀκατάλύτης

(이)의

ἀκαταλύτου

(것)의

여격 ἀκαταλύτῳ

(이)에게

ἀκατάλύτῃ

(이)에게

ἀκαταλύτῳ

(것)에게

대격 ἀκατάλυτον

(이)를

ἀκατάλύτην

(이)를

ἀκατάλυτον

(것)를

호격 ἀκατάλυτε

(이)야

ἀκατάλύτη

(이)야

ἀκατάλυτον

(것)야

쌍수주/대/호 ἀκαταλύτω

(이)들이

ἀκατάλύτα

(이)들이

ἀκαταλύτω

(것)들이

속/여 ἀκαταλύτοιν

(이)들의

ἀκατάλύταιν

(이)들의

ἀκαταλύτοιν

(것)들의

복수주격 ἀκατάλυτοι

(이)들이

ἀκατάλυται

(이)들이

ἀκατάλυτα

(것)들이

속격 ἀκαταλύτων

(이)들의

ἀκατάλυτῶν

(이)들의

ἀκαταλύτων

(것)들의

여격 ἀκαταλύτοις

(이)들에게

ἀκατάλύταις

(이)들에게

ἀκαταλύτοις

(것)들에게

대격 ἀκαταλύτους

(이)들을

ἀκατάλύτας

(이)들을

ἀκατάλυτα

(것)들을

호격 ἀκατάλυτοι

(이)들아

ἀκατάλυται

(이)들아

ἀκατάλυτα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • σὺ δὲ διὰ τὴν ἀσέβειαν καὶ μιαιφονίαν ἀκαταλύτους καρτερήσεις βασάνους. - (Septuagint, Liber Maccabees IV 10:11)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 10:11)

  • οὕτως οἰόμενοι μάλιστα τὸ τῆς δημαρχίας ἀκατάλυτον ἔσεσθαι κράτος, ἐὰν τὸ στασιάζον ἐξ αὐτῆς ἀναιρεθῇ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 31 8:2)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 10, chapter 31 8:2)

유의어

  1. indissoluble

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION